Ο αυτισμός αποτελεί μία σοβαρή νεύρο-ψυχολογική αναπτυξιακή διαταραχή του ανώριμου εγκεφάλου του παιδιού. Είναι εξαιρετικά σύνθετη, καθορισμένη ως προς τη συμπεριφορά και χαρακτηρίζεται από ελαττωμένη επικοινωνία και κοινωνικότητα. Παρατηρούνται, επίσης, στερεότυπες επαναλαμβανόμενες κινήσεις, θέσεις, στάσεις και λέξεις.
Ο αυτισμός δεν είναι μια ασθένεια. Είναι ένα Σύνδρομο, με πολλαπλές μη γενετικές και γενετικές αιτίες, παρόν συνήθως από τη γέννηση του παιδιού και αντιληπτό, προτού αυτό φτάσει στην ηλικία των τριών ετών.
Ο αυτισμός περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1943 από τον Kanner. Γι’ αυτό αναφέρεται και ως Σύνδρομο Kanner, κατέχοντας το ένα άκρο στην υποκατηγορία που εντάσσεται. Η υποκατηγορία αυτή ονομάζεται Διαταραχές του Φάσματος του Αυτισμού (Δ.Α.Φ.), διεθνώς Autism Spectrum Disorders (A.S.D.). Το άλλο άκρο της κατέχουν τα Υψηλής Λειτουργικότητας Σύνδρομα, όπως το Σύνδρομο Asperger και ενδιάμεσα βρίσκονται οι άλλες μορφές αυτισμού.
Θεραπεύοντας τα Πραγματικά Αίτια
Εξετάσεις Ακριβείας
Εξατομικευμένες Θεραπείες
Οι Διάχυτες Αναπτυξιακές Διαταραχές (Δ.Α.Δ., διεθνώς Pervasive Developmental Disorders (P.D.D.), αποτελούν μια ευρύτερη ομάδα διαταραχών. Υποκατηγορία της είναι οι Διαταραχές Φάσματος του Αυτισμού – ASD (Δ.Α.Φ.).
Όταν μιλάμε για αυτισμό, πλέον, εννοούμε τις Διαταραχές Φάσματος του Αυτισμού – ASD. Αυτές χαρακτηρίζονται από διαταραχές σε τρεις τομείς της συμπεριφοράς: στην κοινωνική αλληλεπίδραση, στη γλώσσα, στην επικοινωνία και στο ευφάνταστο παιχνίδι, καθώς και στο φάσμα ενδιαφερόντων και δραστηριοτήτων.
Την τελευταία εικοσαετία, παρατηρείται σημαντική αύξηση ως προς τον αριθμό των περιστατικών που διαγιγνώσκονται με Φάσμα του Αυτισμού. Αυτό πιθανότατα να οφείλεται στην αυξημένη ευαισθητοποίηση και στην αλλαγή ως προς τα διαγνωστικά κριτήρια, αλλά και στις νέες πολλαπλές περιβαλλοντικές επιδράσεις.
Με τον όρο Σύνδρομα στην Ιατρική, περιγράφουμε καταστάσεις που δεν γνωρίζουμε τις αιτίες που τις προκαλούν και είναι ταυτόχρονα πολυπαραγοντικές. Για το λόγο αυτό, τα σύνδρομα ποτέ δε θεραπεύονται και όλες οι θεραπείες τους είναι υποστηρικτικές. Βοηθούν κυρίως στη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των ασθενών.
Στη θεραπεία του Αυτισμού, εμπλέκονται παιδοψυχολόγοι, παιδοθεραπευτές, λογοθεραπευτές, μουσικοθεραπευτές, παιδοψυχίατροι, αναπτυξιολόγοι, εργοθεραπευτές, παιδαγωγοί, ψυχίατροι, ψυχολόγοι.
Όλοι μαζί προσπαθούν να θεραπεύσουν κάτι που δε γνωρίζουν την αιτία του. Χάος και τεράστια ανησυχία επέρχεται στους γονείς, που παράλληλα διαταράσσονται και ταυτόχρονα στους ειδικούς, ως προς την αντιμετώπισή του.
Αυτό που σίγουρα γνωρίζουμε, ωστόσο, είναι ότι οι Διαταραχές Φάσματος του Αυτισμού – ASD, οφείλονται σε γενετικούς (γονιδιακούς) κληρονομικούς και επίκτητους παράγοντες.
Στα κυριότερα του επίσης χαρακτηριστικά συγκαταλέγεται η διαφορετική ανταπόκριση των ασθενών στα κάθε είδους ερεθίσματα, είτε εξωτερικά είτε εσωτερικά στο ίδιο το σώμα.
Οι ανταποκρίσεις στα ερεθίσματα αυτά είναι εν γένει βιοχημικά κατευθυνόμενες και ορμονικά ελεγχόμενες. Εξαρτώνται άμεσα από τις επιδράσεις του περιβάλλοντος και την ανταπόκριση σε αυτό (οξειδωτικό stress) και σαφώς από τη διατροφή.
Διαταραχές Φάσματος του Αυτισμού – Θεραπευτική προσέγγιση
Η θεραπευτική προσέγγιση, με απτή βιοχημική αντιμετώπιση, προσεγγίζει καλύτερα την αιτιολογική θεραπεία στις Διαταραχές φάσματος του Αυτισμού – ASD.
Με βάση αυτή την αυταπόδεικτη θεώρηση στο σύστημα της Λειτουργικής Ιατρικής, αντιμετωπίζεται το παιδί ή ο ενήλικας με Διαταραχές Φάσματος του Αυτισμού – ASD σε σχέση με την αποκατάσταση ή την ενδυνάμωση της βιοχημικής και ορμονικής του ισορροπίας, ανάλογα με την εκτροπή που θα ανευρεθεί.
Μέσα από τον εντοπισμό και εξάλειψη των πραγματικών αιτιών που οδήγησαν στην εμφάνιση Διαταραχών του φάσματος Αυτισμού, μέθοδος που εφαρμόζεται στην Ιατρική Ακριβείας, μπορεί να ενισχυθεί σημαντικά η ποιότητα ζωής των πασχόντων.
Ενισχύοντας σταδιακά την παραγωγή ενέργειας σε επίπεδο κυττάρου, άρα μέσω της αύξησης στην ανταπόκριση των ερεθισμάτων, ενισχύουμε όλους τους μεταβολικούς δρόμους και μηχανισμούς, καθώς και την παραγωγή ορμονών, ούτως ώστε το άτομο να βρίσκεται στη βέλτιστη φυσική του κατάσταση και να ανταποκρίνεται τα μέγιστα στα εξωτερικά ερεθίσματα.
Για τις Διαταραχές Φάσματος του Αυτισμού – ASD, οι απαραίτητες εξετάσεις αφορούν μοριακό προφίλ ελέγχου για βαρέα μέταλλα, έλεγχο τοξίκωσης από οργανικούς διαλύτες και πλήρες ορμονικό προφίλ.
Επιπλέον, διενεργείται εξέταση για τους κυριότερους γονιδιακούς πολυμορφισμούς.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση μπορεί να περιλαμβάνει και μοριακή διατροφή. Η διάρκεια της θεραπείας, έτσι ώστε οι αντιδράσεις σε κοινωνικό, γλωσσικό και επικοινωνιακό επίπεδο να βελτιωθούν, χρειάζεται από έξι έως δώδεκα μήνες.
Πηγές:
- Goh S, Dong Z, Zhang Y, DiMauro S, Peterson BS. Brain imaging evidence that mitochondrial dysfunction is a neurobiological subtype of autism spectrum disorder. JAMA Psychiatry. 2014;71(6):665-71. doi: 10.1001/jamapsychiatry.
2014.179. - Rossignol DA, Frye RE. Mitochondrial dysfunction in autism spectrum disorders: a systematic review and meta-analysis. Mol Psychiatry. 2012;17(3):290-314. doi: 10.1038/mp.2010.136.
- Cheng N, Rho JM, Masino SA. Metabolic dysfunction underlying autism spectrum disorder and potential treatment approaches. Front Mol Neurosci. 2017;10:34. doi: 10.3389/fnmol.2017.00034.
- Fatemi SH, Aldinger KA, Ashwood P, et al. Consensus paper: pathological role of the cerebellum in autism. Cerebellum. 2012;11(3):777-807. doi:10.1007/s12311-012-0355-9.
- Just MA, Keller TA, Malave VL, Kana RK, Varma S. Autism as a neural systems disorder: a theory of frontal-posterior underconnectivity. Neurosci Biobehav Rev. 2012;36(4):1292-1313. doi:10.1016/j.neubiorev.2012.
02.007. - Tseng A, Wang Z, Huo Y, Goh S, Russell JA, Peterson BS. Differences in neural activity when processing emotional arousal and valence in autism spectrum disorders. Hum Brain Mapp. 2016;37(2):443-461. doi:10.1002/hbm.23041.