Ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος (ΣΕΛ) ταλαιπωρεί 5 εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως. Πρόκειται για μία Αυτοάνοση, Μη Μεταδοτική Ασθένεια, κατά την οποία το ανοσοποιητικό σύστημα παράγει αντισώματα που επιτίθενται στους υγιείς ιστούς του οργανισμού, προκαλώντας ευρεία φλεγμονή, σε διάφορα μέρη του σώματος.
Ξεκινάει συνήθως επηρεάζοντας το δέρμα και τις αρθρώσεις. Ωστόσο, η φλεγμονή που δημιουργείται μπορεί να επεκταθεί σε οποιοδήποτε μέρος του σώματος, συμπεριλαμβανομένης της καρδιάς, των νεφρών, των πνευμόνων και του αίματος.
Παρά το ότι ο οποιοσδήποτε μπορεί να προσβληθεί από Συστηματικό Ερυθηματώδη Λύκο, στο 90% των περιπτώσεων η συγκεκριμένη νόσος πλήττει το γυναικείο φύλο και το 80% των ασθενών έχουν ηλικία από 15-45 ετών.
Με ποια συμπτώματα εκδηλώνεται ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος;
Είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς ότι πάσχει από το συγκεκριμένο νόσημα, διότι τα συμπτώματα του μιμούνται εκείνα άλλων παθήσεων. Ωστόσο, το κυριότερο σύμπτωμα αυτής της νόσου είναι το ερυθρό εξάνθημα στο πρόσωπο, στο λαιμό, στα χέρια, στη μύτη και στα μάγουλα, που μοιάζει με τα φτερά μιας πεταλούδας. Επιπλέον συμπτώματα περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:
- Δύσπνοια και πόνος στο στήθος
- Δυσκαμψία και πόνος στις αρθρώσεις
- Αλλαγή στο χρώμα των δακτύλων, όταν κάνει κρύο (φαινόμενο Raynaud)
- Πυρετός και υπερβολική κόπωση
- Ανορεξία, ναυτία, εμετός και απώλεια βάρους
- Πονοκέφαλοι, σύγχυση και κάποιες φορές απώλεια μνήμης
- Στοματικά έλκη (άφθες)
- Τριχόπτωση
- Διόγκωση των λεμφαδένων
- Επιρρέπεια στις λοιμώξεις
- Αναιμία ή εύκολη αιμορραγία
- Αυξημένη τάση για δημιουργία θρόμβων
- Προβλήματα στα νεφρά
- Οίδημα στα κάτω άκρα, εάν υπάρχει απώλεια πρωτεΐνης στα ούρα
Ο Συστηματικός Ερυθηματώδης Λύκος είναι ένα «άγνωστο» νόσημα
Βάσει μίας παγκόσμιας έρευνας, το 2016, διαπιστώθηκε ότι περίπου μόνο το 1/3 των ατόμων (39%) γνώριζαν ότι στον ΣΕΛ προσβάλλονται οι αρθρώσεις. Το 13% μάλιστα είχε την εντύπωση ότι πρόκειται για ένα σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα.
Σύμφωνα με μία άλλη παγκόσμια έρευνα, που διενεργήθηκε από την World Lupus Federation, διαπιστώθηκε ότι η ποιότητα ζωής του 89% των πασχόντων από ΣΕΛ υποβαθμίστηκε, διότι κάποιοι έμειναν άνεργοι ή δεν μπορούσαν να συμμετέχουν σε κοινωνικές εκδηλώσεις.
Πώς επιτυγχάνεται η διάγνωση του Συστηματικού Ερυθηματώδους Λύκου;
Η διάγνωση της Νόσου μπορεί να καταστεί πολύ δύσκολη. Η συγκεκριμένη ασθένεια μιμείται άλλες καταστάσεις και συχνά ακολουθεί διαφορετική πορεία σε κάθε άτομο. Ορισμένα άτομα παρουσιάζουν συμπτώματα για πολλά χρόνια, προτού αναπτυχθεί το νόσημα.
Επιπλέον, δεν υπάρχει μια μοναδική ομάδα συμπτωμάτων, μια μορφή ασθένειας ή μια ομάδα εξετάσεων για όλους τους πάσχοντες από ΣΕΛ. Οι εξετάσεις που κατά κόρον διενεργούνται είναι οι εξής:
- Εξετάσεις ανίχνευσης αντιπυρηνικών αντισωμάτων ANA, αντισωμάτων αντι-DNA έναντι της διπλής έλικας του DNA (anti-dsDNA), αντισωμάτων αντι-Ro, αντιφωσφολιπιδικών αντισωμάτων
- Εξετάσεις μέτρησης επιπέδων συμπληρώματος, ταχύτητας καθίζησης ερυθρών (ΤΚΕ), λειτουργικότητας νεφρών και ήπατος
- Γενική Αίματος
- Ανάλογα με τα όργανα που πιστεύει ο γιατρός ότι έχουν προβληθεί, ενδέχεται να χρειαστούν περαιτέρω εξετάσεις (π.χ. εξετάσεις σπειραματικής διήθησης, ακτινογραφίες θώρακος, ηλεκτροκαρδιογράφημα, υπερηχογράφημα για την καρδιά, λειτουργικές εξετάσεις των πνευμόνων, ηλεκτροεγκεφαλογράφημα (ΗΕΓ), μαγνητική τομογραφία (ΜRΙ) ή άλλες τομογραφίες για τον εγκέφαλο και βιοψίες άλλων ιστών).
Ποιες είναι οι Συνήθεις Θεραπείες για τον Συστηματικό Ερυθηματώδη Λύκο;
Συνήθως, χορηγούνται μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, ανθελονοσιακά φάρμακα, γλυκοκορτικοστεροειδή και ανοσοκατασταλτικά φάρμακα. Φάρμακα, τα οποία μπορεί να επιφέρουν σοβαρές παρενέργειες.
Η πιο Σύγχρονη Θεραπεία για τον Συστηματικό Ερυθηματώδη Λύκο
Το κλειδί για τη θεραπεία του Συστηματικού Ερυθηματώδους Λύκου βρίσκεται «βαθιά» μέσα στο κύτταρο και τους μηχανισμούς του. Έχοντας δει εκατοντάδες ασθενείς με Συστηματικό Ερυθηματώδη Λύκο, μπορούμε, με τις πιο Σύγχρονες Θεραπείες Ιατρικής Ακριβείας, να επαναρρυθμίσουμε τον ανθρώπινο οργανισμό, βελτιώνοντας θεαματικά την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Για να επιτευχθούν όλα αυτά, αρχικά ο ασθενής καλείται να συμπληρώσει ένα πλήρες επιγενετικό ιστορικό. Σε επόμενο στάδιο, διενεργούνται Εξετάσεις Υψηλής Ακριβείας Μοριακού και Γονιδιακού Επιπέδου.
Με απλή λήψη αίματος, ούρων ή σάλιου, αξιολογείται η προδιάθεση του ατόμου να εμφανίσει τη συγκεκριμένη νόσο, μετέπειτα στη ζωή του, και προσδιορίζονται με απόλυτη ακρίβεια τα αίτια που συνετέλεσαν στην έκφραση της Νόσου.
Έχοντας το σύνολο των δεδομένων, μπορούμε να εκπονήσουμε πλέον Στοχευμένα και Αυστηρά Εξατομικευμένα Θεραπευτικά Σχήματα. Οι θεραπείες αυτές στοχεύουν στην εξάλειψη των αιτιών της νόσου, σε κυτταρικό και γονιδιακό επίπεδο.
Αποκαθιστούν δηλαδή τη βιοχημική ισορροπία ιστών, κυττάρων, οργάνων και βοηθούν στο να καταστούν ή να παραμείνουν ανενεργά τα γονίδια που φέρουν την επιβλαβή πληροφορία και όσα φέρουν την προστατευτική πληροφορία να είναι σταθερά ενεργά.
Τα συμπτώματα του Αυτοάνοσου Νοσήματος υποχωρούν από τους πρώτους μήνες της θεραπείας. Η γενική εικόνα και τα επίπεδα υγείας βελτιώνονται συνολικά. Οι ασθενείς που εφαρμόζουν τις οδηγίες που δίδονται, μετά το πέρας της θεραπείας, μειώνουν τις όποιες πιθανότητες υποτροπής στο ελάχιστο.
Παραδείγματος χάρη, μία βασική οδηγία που παρέχεται είναι η αποφυγή της υπερβολικής έκθεσης στην ηλιακή ακτινοβολία και η χρήση αντηλιακής προστασίας, όταν ο πάσχων εκτίθεται. Ο ήλιος εντείνει τη φλεγμονή και ευθύνεται για την επιδείνωση των δερματικών εξανθημάτων. Η έκθεση στον ήλιο μπορεί επιπλέον να οδηγήσει σε έξαρση της νόσου, με πυρετό, πόνους στις αρθρώσεις μέχρι και φλεγμονές που δημιουργούνται στην καρδιά, στα νεφρά, στους πνεύμονες ή στο νευρικό σύστημα. Μία ακόμη σημαντική οδηγία που δίνουμε στους ασθενείς είναι η αποφυγή της υπερβολικής πρόσληψης σακχάρων στην καθημερινή τους διατροφή.
Οι παραπάνω θεραπείες εφαρμόζονται επιτυχώς τουλάχιστον τα τελευταία 20 χρόνια και δεν αντιβαίνουν σε οποιαδήποτε άλλη παράλληλη φαρμακευτική ή ομοιοπαθητική αγωγή. Χάρη στις σύγχρονες θεραπευτικές προσεγγίσεις, τα ποσοστά αναπηρίας και θνησιμότητας, που προκύπτουν από τη συγκεκριμένη ασθένεια, έχουν περιοριστεί σημαντικά τα τελευταία έτη.
Διαβάστε επίσης
Αυτοάνοσα Δερματολογικά Νοσήματα: πώς θεραπεύονται χωρίς φάρμακα;
Προβιοτικά & υγεία του δέρματος
Ο ρόλος της Διατροφής στην Ατοπική Δερματίτιδα
References:
- gr, to-autoanoso-pou-oi-astheneis-einai-kata-90-nees-gunaikes
- gr, to-aytoanoso-poy-oi-astheneis-90-nees-gynaikes
- Kanderi T, Kim J, Chan Gomez J, Joseph M, Bhandari B. Warm Autoimmune Hemolytic Anemia as the Initial Presentation of Systemic Lupus Erythematosus (SLE): A Case Report. Am J Case Rep. 2021 Dec 12;22:e932965.
- Sternhagen E, Bettendorf B, Lenert A, Lenert PS. The Role of Clinical Features and Serum Biomarkers in Identifying Patients with Incomplete Lupus Erythematosus at Higher Risk of Transitioning to Systemic Lupus Erythematosus: Current Perspectives. J Inflamm Res. 2022;15:1133-1145.
- Dhillon PK, Adams MJ. Thrombosis in systemic lupus erythematosus: role of impaired fibrinolysis. Semin Thromb Hemost 2013; 39:434.
- Almaghlouth I, Su J, Johnson SR, et al. Acquired low immunoglobulin levels and risk of clinically relevant infection in adult patients with systemic lupus erythematosus: a cohort study. Rheumatology (Oxford) 2021; 60:1456.
- Costa-Reis P, Sullivan KE. Genetics and epigenetics of systemic lupus erythematosus. Curr Rheumatol Rep. 2013 Sep;15(9):369.
- Gurevitz SL, Snyder JA, Wessel EK, Frey J, Williamson BA. Systemic lupus erythematosus: a review of the disease and treatment options. Consult Pharm. 2013 Feb;28(2):110-21.
- Tiffin N, Adeyemo A, Okpechi I. A diverse array of genetic factors contribute to the pathogenesis of systemic lupus erythematosus. Orphanet J Rare Dis. 2013 Jan 7;8:2.
- Tunnicliffe DJ, Singh-Grewal D, Kim S, Craig JC, Tong A. Diagnosis, Monitoring, and Treatment of Systemic Lupus Erythematosus: A Systematic Review of Clinical Practice Guidelines. Arthritis Care Res (Hoboken). 2015 Oct;67(10):1440-52.
Αφήστε μια απάντηση