Έχει υποστηριχθεί ότι η Βιταμίνη D μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στη διατήρηση και προαγωγή της καλής μας υγείας, καθώς είναι απαραίτητη για τη δράση περισσότερων από 2.500 γονιδίων. Ορισμένες μελέτες, μάλιστα, κάνουν λόγο για έναν αριθμό γονιδίων που κυμαίνεται από 2.000 έως 30.000.

Τα γονίδια αυτά είναι υπεύθυνα για τη σύνθεση πολλών πρωτεϊνών, οι οποίες διαδραματίζουν μείζονα ρόλο στη ρύθμιση, στη διαφοροποίηση και στον πολλαπλασιασμό των κυττάρων.

 

Η προστατευτική δράση της Βιταμίνης D ενάντια στα Αυτοάνοσα Νοσήματα

Δεδομένου ότι η Βιταμίνη D λειτουργεί ως εκλεκτικός ρυθμιστής των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος, τα ελλιπή επίπεδα αυτής έχουν συσχετισθεί με την επίταση του κινδύνου εκδήλωσης Αυτοάνοσων Ασθενειών.

Αυτό πλέον μπορεί να επιβεβαιωθεί από μία νέα αμερικανική επιστημονική μελέτη, τουλάχιστον όσον αφορά στα άτομα ηλικίας από 50 ετών και άνω. Βάσει της έρευνας, η λήψη συμπληρωμάτων Βιταμίνης D ή ο συνδυασμός αυτών με Ω-3 Λιπαρά Οξέα μπορεί να συνδράμει στη μείωση των πιθανοτήτων εμφάνισης Αυτοάνοσων Παθήσεων.

Η έρευνα αυτή, στην οποία συμμετείχαν 25.871 άτομα, μέσης ηλικίας περίπου 67 ετών, δημοσιεύτηκε στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «British Medical Journal» (BMJ). Με επικεφαλής τη Dr. Karen Costenbader του Τμήματος Ρευματολογίας και Ανοσολογίας, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Harvard και του Νοσοκομείου Brigham & Women’s της Βοστώνης, διερευνήθηκε η επενέργεια της καθημερινής πρόσληψης συμπληρωμάτων Βιταμίνης D ή/και Ω-3 ιχθυελαίων στην παρουσία Αυτοάνοσων Παθήσεων.

Οι συμμετέχοντες στην τυχαιοποιημένη, διπλά «τυφλή» και ελεγχόμενη με ψευδοφάρμακο μελέτη, με την ονομασία VITAL, διαιρέθηκαν τυχαία σε ομάδες. Επί πέντε κατά μέσο όρο έτη, χορηγούταν σε αυτούς είτε μόνο Βιταμίνη D3 (2.000 IU καθημερινά) είτε μόνο Ω-3 λιπαρά οξέα (1.000 mg ημερησίως) είτε συνδυαστικά Βιταμίνη D και Ω-3 είτε κάποιο εικονικό φάρμακο (placebo).

Κατά τη διάρκεια της μελέτης, διεγνώσθησαν με κάποιο αυτοάνοσο νόσημα 123 άτομα που έκαναν λήψη Βιταμίνης D, 130 που προσλάμβαναν Ω-3 λιπαρά οξέα και 155 στα οποία χορηγήθηκε placebo. Με βάση τα παραπάνω, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η λήψη Βιταμίνης D ισοδυναμεί με 22% χαμηλότερο κίνδυνο παρουσίας αυτοάνοσης νόσου, ενώ η πρόσληψη Ω-3 λιπαρών οξέων περιορίζει τον κίνδυνο κατά 15%.

Τα τελευταία τρία χρόνια της έρευνας, διαπιστώθηκε ότι η από κοινού λήψη συμπληρωμάτων D και Ω-3 μπορεί να μειώσει κατά περίπου 30% το ενδεχόμενο ανάπτυξης Αυτοάνοσων Ασθενειών σε σύγκριση με το placebo. Βέβαια, δεν έχει ακόμη καταστεί πλήρως ξεκάθαρος ο βιολογικός μηχανισμός με τη βοήθεια του οποίου η Βιταμίνη D παρεμποδίζει την εμφάνιση μίας Αυτοάνοσης Νόσου. Παρά ταύτα, είναι ευρέως γνωστό ότι επιδρά στη δράση των κυττάρων του ανοσοποιητικού συστήματος.

Η Dr. Costenbader παραθέτει ως ενδεχόμενη εξήγηση το γεγονός ότι η Βιταμίνη D διευκολύνει το ανοσοποιητικό σύστημα όσον αφορά στη διάκριση μεταξύ των κυττάρων του σώματος και εκείνων των ξένων μικροοργανισμών, ούτως ώστε να μην πυροδοτείται μία εσφαλμένη επίθεση του ανοσοποιητικού στα πρώτα. Μία επιπλέον ενδεχόμενη ερμηνεία έγκειται στη συμβολή της Βιταμίνης D στον περιορισμό της αντίδρασης της φλεγμονής στον οργανισμό.

 

Η Βιταμίνη D βοηθάει και στον έλεγχο του σωματικού βάρους

Με βάση μία πρόσφατη έρευνα που διενεργήθηκε στο πανεπιστήμιο της Minnesota, στις Η.Π.Α, η αυξημένη κατανάλωση Βιταμίνης D σε συνδυασμό με ασβέστιο και μία ισορροπημένη διατροφή, βοήθησε τους συμμετέχοντες στην απώλεια σωματικού βάρους και ειδικότερα κοιλιακού λίπους.

Πρωταρχικό ρόλο σε αυτό φαίνεται να παίζει η η 1,25-διυδροξυβιταμίνη D3, η ενεργός μορφή της Βιταμίνης D. Αυτή είναι υπεύθυνη για τη ρύθμιση των ιόντων ασβεστίου στα λιποκύτταρα, μία μείζονος σημασίας διαδικασία για τη λιπογένεση και τη λιπόλυση.

Τα μειωμένα επίπεδα 1,25- διυδροξυβιταμίνης D3 επιτείνουν την τάση για λιπογένεση. Αντιθέτως, οι υψηλές συγκεντρώσεις βιταμίνης D στον ανθρώπινο οργανισμό συνεπάγονται την αύξηση της λιπόλυσης και έχει βρεθεί ότι αναστέλλουν τη λιπογένεση.

 

Η σπουδαιότητα της χορήγησης Βιταμίνης D υπό ιατρική καθοδήγηση

Παρά το ότι ζούμε σε μία χώρα με έντονη ηλιοφάνεια, τόσο η συχνή χρήση αντηλιακών όσο και η διαρκής παραμονή σε κλειστούς χώρους φέρουν ως επακόλουθο πολλά άτομα να εμφανίζουν έλλειψη Βιταμίνης D.

Πλέον, υπάρχουν Εξειδικευμένες Διαγνωστικές Εξετάσεις Μοριακού και Γονιδιακού επιπέδου, οι οποίες μπορούν να εντοπίσουν τις ελλείψεις πολύτιμων θρεπτικών συστατικών, ορμονών και βιταμινών, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνεται και η Βιταμίνη D. Σε περίπτωση, λοιπόν, που παρατηρείται ανεπάρκεια ή έλλειψη μικρο-μακροθρεπτικών συστατικών και Βιταμίνης D, κρίνεται απαραίτητο να εφοδιαζόμαστε με τις απαραίτητες ποσότητες.

Τα επιθυμητά ποσοστά Βιταμίνης D σε άτομα δίχως υποκείμενα προβλήματα υγείας καλό είναι να κυμαίνονται από 60 έως 80 ng/ml. Σε ασθενείς με συνοδά νοσήματα, πρέπει να είναι πολύ υψηλότερα. Εν γένει, οι ποσότητες που χορηγούνται στο κάθε άτομο εξατομικεύονται από τη Διεπιστημονική Ομάδα με γνώμονα τα διαγνωστικά ευρήματα, το φύλο, την ηλικία, τις διατροφικές συνήθειες, τη συννοσηρότητα και πολλαπλούς ακόμη παράγοντες. Η Διεπιστημονική Ομάδα συγκροτείται από Ιατρούς, Γενετιστές, Βιοχημικούς, Βιολόγους, Μοριακούς Διατροφολόγους και Φαρμακοποιούς.

Τα ιδανικά επίπεδα Βιταμίνης D θεωρούνται ζωτικής σημασίας για την επιτέλεση μίας σωρείας λειτουργιών στο σώμα μας και μπορούν να επιδράσουν θετικά στην ενεργειακή ομοιόσταση του οργανισμού μας και στη διατήρηση της βέλτιστης υγείας.

 

 

Διαβάστε επίσης


Αυτοάνοσα Νοσήματα: Γιατί μας προδίδει ο οργανισμός μας;

Άγχος & Αυτοάνοσα Νοσήματα

Ο ρόλος της Διατροφής και η αιτιολογική αντιμετώπιση του Συστηματικού Ερυθηματώδους Λύκου

 

References:


  1. https://www.newsit.gr/ygeia/vitamini-D-ereyna-ta-sympliromata-meionoun-ton-kindyno-aytoanoson-stous-mesilikes/3456326/?utm_medium=Referral&utm_source=Inarticle, Βιταμίνη D – Έρευνα: Τα συμπληρώματα μειώνουν τον κίνδυνο αυτοάνοσων στους μεσήλικες.
  2. Bikle DD (March 2014). “Vitamin D metabolism, mechanism of action, and clinical applications”. Chemistry & Biology. 21 (3): 319–29. doi:10.1016/j.chembiol.2013.12.016. PMC 3968073. PMID 24529992.
  3. Bjelakovic G, Gluud LL, Nikolova D, Whitfield K, Wetterslev J, Simonetti RG, et al. (January 2014). “Vitamin D supplementation for prevention of mortality in adults”. The Cochrane Database of Systematic Reviews (Systematic review). 1 (1): CD007470. doi:10.1002/14651858.CD007470.pub3. PMID 24414552.
  4. Fleet JC, Shapses SA (2020). “Vitamin D”. In BP Marriott, DF Birt, VA Stallings, AA Yates (eds.). Present Knowledge in Nutrition, Eleventh Edition. London, United Kingdom: Academic Press (Elsevier). pp. 93–114. ISBN 978-0-323-66162-1.
  5. Cashman KD, Dowling KG, Škrabáková Z, Gonzalez-Gross M, Valtueña J, De Henauw S, et al. (April 2016). “Vitamin D deficiency in Europe: pandemic?”. The American Journal of Clinical Nutrition. 103 (4): 1033–44. doi:10.3945/ajcn.115.120873. PMC 5527850. PMID 26864360.
  6. Schöttker B, Jorde R, Peasey A, Thorand B, Jansen EH, Groot L, et al. (Consortium on Health Ageing: Network of Cohorts in Europe the United States) (June 2014). “Vitamin D and mortality: meta-analysis of individual participant data from a large consortium of cohort studies from Europe and the United States”. BMJ. 348 (jun17 16): g3656. doi:10.1136/bmj.g3656. PMC 4061380. PMID 24938302.
  7. Bishop E, Ismailova A, Dimeloe SK, Hewison M, White JH (August 2020). “Vitamin D and immune regulation: antibacterial, antiviral, anti-inflammatory”. JBMR Plus. 5. doi:10.1002/jbm4.10405. PMC 7461279. PMID 32904944.
  8. Hart PH (June 2012). “Vitamin D supplementation, moderate sun exposure, and control of immune diseases”. Discovery Medicine. 13 (73): 397–404. PMID 22742645.
  9. Mallard SR, Howe AS, Houghton LA (October 2016). “Vitamin D status and weight loss: a systematic review and meta-analysis of randomized and nonrandomized controlled weight-loss trials”. The American Journal of Clinical Nutrition. 104 (4): 1151–1159. doi:10.3945/ajcn.116.136879. PMID 27604772.
  10. Dankers W, Colin EM, van Hamburg JP, Lubberts E (2016). “Vitamin D in Autoimmunity: Molecular Mechanisms and Therapeutic Potential”. Frontiers in Immunology. 7: 697. doi:10.3389/fimmu.2016.00697. PMC 5247472. PMID 28163705.