Η Λεύκη αποτελεί μία χρόνια, αυτοάνοση δερματοπάθεια, κατά την οποία προκαλείται αποχρωματισμός τμημάτων του δέρματος ως επακόλουθο της δυσλειτουργίας ή της απόπτωσης των μελανοκυττάρων. Πρόκειται για μία μη μεταδιδόμενη νόσο που προσβάλλει σχεδόν το 0,5-1% του γενικού πληθυσμού και τείνει να είναι κληρονομική. Σε ορισμένες περιπτώσεις, συσχετίζεται με άλλα νοσήματα, συμπεριλαμβανομένων των θυρεοειδοπαθειών.

 

Τα κλινικά χαρακτηριστικά της Λεύκης

Στη Λεύκη, παρουσιάζονται λευκές ή υπόχρωμες κηλίδες ή πλάκες με σαφή όρια σε περιοχές του σώματος που εκτίθενται περισσότερο στην ηλιακή ακτινοβολία, όπως τα χέρια, τα πόδια, τα μπράτσα και το πρόσωπο. Παρά ταύτα, δεν αποκλείεται να επέλθει απώλεια του χρώματος στους ιστούς που εντοπίζονται στο εσωτερικό του στόματος, στη μύτη, στα μάτια, στις μασχάλες, στον ομφαλό, στη βουβωνική χώρα και στα γεννητικά όργανα.

Μία ακόμη ένδειξη που προμηνύει την εμφάνιση Λεύκης αποτελεί η πρόωρη λεύκανση ή το γκριζάρισμα των μαλλιών στο τριχωτό της κεφαλής, στις βλεφαρίδες, στα φρύδια ή στα γένια. Ορισμένοι ασθενείς αναφέρουν ότι ταλαιπωρούνται από κνησμό στο προσβληθέν από τη Λεύκη δέρμα.

 

Η συμβολή της Διατροφής στη θεραπευτική αντιμετώπιση της Λεύκης

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η τήρηση μίας υγιεινής διατροφής, πλούσιας σε θρεπτικά συστατικά, μπορεί να ελέγξει την επέκταση της νόσου και να προάγει την αναγέννηση του δέρματος, αποκαθιστώντας τα κατεστραμμένα αιμοφόρα αγγεία.

 

Τροφές και θρεπτικά συστατικά που ενδείκνυνται για τη Λεύκη

 

Βιταμίνη D

Σε μία πολύ πρόσφατη μετα-ανάλυση (Upala & Sanguankeo 2016), συμπεριλήφθησαν  δεδομένα 1.200 πασχόντων από 17 μελέτες που πληρούσαν τα κριτήρια και διαπιστώθηκε μία αξιοσημείωτη σύνδεση μεταξύ των μειωμένων επιπέδων 25(ΟΗ)D και της Λεύκης.

Βέβαια, δεν έχει αποδειχθεί κάποια αιτιώδης συνάφεια, όμως, βάσει των ευρημάτων, θεωρείται απαραίτητη η ένταξη στην καθημερινή διατροφή των ασθενών με Λεύκη τροφών πλούσιων σε Βιταμίνη D. Επίσης, έχει μεγάλη σπουδαιότητα η τακτική μέτρηση των επιπέδων 25(ΟΗ)D σε πάσχοντες από Λεύκη.

 

Φυλλικό οξύ, Βιταμίνη Β12 και Ω-3 λιπαρά οξέα

Ορισμένες έρευνες καταδεικνύουν ότι το φυλλικό οξύ και η βιταμίνη Β12, συνδυαζόμενα με την πρόσληψη Βιταμίνης D, μπορούν να συντείνουν στην επαναφορά του φυσικού χρώματος του δέρματος σε κάποιους ασθενείς. Τα ελλιπή επίπεδα της Βιταμίνης Β12 έχουν συνδεθεί με αύξηση των συγκεντρώσεων ομοκυστεΐνης, μίας ουσίας που επιφέρει την καταστροφή της μελανίνης του δέρματος.

Τροφές με αυξημένη περιεκτικότητα σε Φυλλικό οξύ και Βιταμίνη Β12 είναι τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά, τα γαλακτοκομικά και τα αυγά. Επιπλέον, ορισμένες μελέτες εξαίρουν την αντιφλεγμονώδη δράση των Ω-3 λιπαρών οξέων, τα οποία ανευρίσκονται στα λιπαρά ψάρια και στους ξηρούς καρπούς.

 

Αντιοξειδωτικά

Η ένταξη αντιοξειδωτικών συστατικών στη διατροφή μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά επωφελής σε ασθενείς με Λεύκη. Έχει υποστηριχθεί ότι τα αντιοξειδωτικά προάγουν την ικανότητα του ανοσοποιητικού να καταπολεμά τις ελεύθερες ρίζες, γεγονός που θεωρείται μείζονος σημασίας για την αντιμετώπιση της Λεύκης.

Στην ανασκόπηση των Speeckaert, βρέθηκε ότι τα διατροφικά συμπληρώματα αντιοξειδωτικών, συνδυαζόμενα με την ακτινοβολία του ήλιου, μπορούν να συνδράμουν στον επαναχρωματισμό του δέρματος και να μειώσουν σημαντικά τα αντισώματα, η ύπαρξη των οποίων παρατηρείται σε κάθε αυτοάνοση ασθένεια.

Στα λαχανικά, στα φρούτα και στους σπόρους, εμπεριέχονται άφθονες αντιοξειδωτικές ουσίες. Επίσης, συνιστάται η κατανάλωση τροφίμων πλούσιων σε Βιταμίνη Ε (π.χ. αβοκάντο, γαρίδες, γλυκοπατάτα) και Βιταμίνη C (π.χ. ακτινίδιο, ραπανάκια, πιπεριά, λάχανο, κουνουπίδι, φράουλα, ροδάκινο), διότι οι βιταμίνες αυτές αποτελούν ισχυρές αντιοξειδωτικές ουσίες που ενδυναμώνουν το ανοσοποιητικό σύστημα.

 

L-τυροσίνη και Β-καροτένιο

Η L-τυροσίνη λειτουργεί ως πρόδρομος της ορμόνης του θυρεοειδούς αδένα και της μελανίνης. Συμπεριλαμβάνεται σε υψηλές συγκεντρώσεις στο κοτόπουλο, στα αμύγδαλα, στο αβοκάντο και στο γιαούρτι.

Επιπροσθέτως, τα τρόφιμα με Β-καροτένιο (π.χ. καρότα, σπανάκι, γκρέιπ φρουτ) εντείνουν την έκκριση μελατονίνης και θα μπορούσαν να ασκήσουν θεραπευτική δράση έναντι της Λεύκης. Σε συγκερασμό με την L-τυροσίνη, επιτείνουν τη διέγερση  των μελανοκυττάρων. Έτσι, παράγονται υψηλότερες ποσότητες μελανίνης, με αποτέλεσμα να σκουραίνουν ευκολότερα οι λευκές κηλίδες της επιδερμίδας.

 

Φυτικές ίνες, ψευδάργυρος, σίδηρος και χαλκός

Άλλες τροφές που θα μπορούσαν να συντείνουν στην εξομάλυνση των συμπτωμάτων της Λεύκης και στην αποτροπή της εξέλιξης της νόσου είναι όσες έχουν αυξημένη περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες (π.χ. σμέουρα, μπανάνα, μήλο, προϊόντα ολικής αλέσεως, φασόλια, σύκα), ψευδάργυρο (π.χ. στρείδια, μανιτάρια, κάσιους, σπαράγγια, βρώμη, σπανάκι), χαλκό (π.χ. σπιρουλίνα, πράσινα φυλλώδη λαχανικά) και σίδηρο (π.χ. συκώτι, παντζάρια, φακές, ρεβίθια, μπρόκολο).

Τροφές προς αποφυγή για τη Λεύκη

Κάποιες τροφές επιφέρουν δυσμενείς επιπτώσεις στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και εντείνουν το πρόβλημα της Λεύκης.

 

Γαλακτοκομικά, κόκκινο κρέας, ζάχαρη, λιπαρά, επεξεργασμένοι υδατάνθρακες, ανθρακικά, καυτερά

Σύμφωνα με ορισμένες έρευνες, η αποφυγή της κατανάλωσης πλήρων γαλακτοκομικών προϊόντων, κόκκινου κρέατος, λιπαρών, ζάχαρης, ανθρακούχων αναψυκτικών, λευκού ψωμιού και καυτερών φαγητών συμβάλλει σημαντικά στην αντιμετώπισης της Λεύκης.

 

Αλκοόλ, επεξεργασμένες και τηγανιτές τροφές

Επίσης, προτείνεται η αποφυγή του αλκοόλ, διότι αποδεδειγμένα αποδυναμώνει ανοσοποιητικό σύστημα και καταστρέφει πολλές βιταμίνες στον οργανισμό. Πολλές αλλεργιογόνες ουσίες, μάλιστα, μπορεί να οδηγήσουν στην πρόκληση μίας φλεγμονώδους αντίδρασης του ανοσοποιητικού συστήματος, με τελικό επακόλουθο την επιδείνωση της βλάβης των μελανοκυττάρων.

Επιπλέον, συνιστάται η αποφυγή της πρόσληψης πρόχειρου φαγητού και γενικά οποιασδήποτε τροφής έχει υποστεί έντονη επεξεργασία και περιέχει πολλά χημικά, συντηρητικά και πρόσθετα χρώματα. Πέραν αυτών, οι ασθενείς με Λεύκη πρέπει να περιορίζουν τα τηγανιτά και τσιγαριστά τρόφιμα, διότι οι υψηλές θερμοκρασίες που αναπτύσσονται επιβαρύνουν τον οργανισμό με πρόσθετα λιπαρά.

Οι συνήθεις θεραπευτικές προσεγγίσεις για τη Λεύκη

Η Λεύκη είναι ένα νόσημα που επενεργεί δυσμενώς στην αυτοπεποίθηση και την ψυχολογία του ατόμου και ταυτόχρονα στέκεται πολλές φορές τροχοπέδη στην κοινωνική του ζωή. Ασθενείς με Λεύκη, ειδικότερα σε εμφανή σημεία, όπως είναι το πρόσωπο, περιγράφουν ότι καταβάλλονται από έντονο άγχος και εμφανίζουν δυσκολία στη σύναψη διαπροσωπικών και ερωτικών σχέσεων. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου ορισμένοι άνθρωποι κωλύονται να τεκνοποιήσουν, εάν ο/η σύντροφος πάσχει από Λεύκη, κυριευόμενοι από το φόβο που επιφέρει η κληρονομική προδιάθεση της νόσου.

Επομένως, είναι σημαντικό να απευθυνθούμε έγκαιρα σε κάποιον αρμόδιο Ιατρό, προκειμένου να αναζητήσουμε την κατάλληλη και ορθή θεραπευτική οδό. Συνήθως, συστήνονται τοπικές αγωγές που αποβλέπουν στην καταστολή της φλεγμονής (κορτικοστεροειδή, αναστολείς της καλσινευρίνης, ανάλογα της βιταμίνης D), οι οποίες συνδυάζονται συνήθως με φωτοθεραπεία. Εντούτοις, οι συγκεκριμένες θεραπευτικές προσεγγίσεις δρουν επιβραδύνοντας ή επιβραδύνοντας την εξέλιξη της νόσου, δίχως να στοχεύουν στη νόσο αυτή καθεαυτή.

 

Η αιτιολογική προσέγγιση της Λεύκης

Αυτό που χρειάζεται να αλλάξουμε είναι ο τρόπος προσέγγισης της νόσου, ο οποίος πρέπει να διαφοροποιηθεί από συμπτωματολογικός σε αιτιολογικός. Η ορθή αντιμετώπιση της νόσου, δηλαδή, προϋποθέτει τη διερεύνηση του οργανισμού από μέσα προς τα έξω.

Το κυριότερο χαρακτηριστικό της Λεύκης συνίσταται στην αυτοανοσία, γεγονός που υποδηλώνει ότι χρειάζεται να ανιχνευθεί το αίτιο ενεργοποίησης του μηχανισμού της νόσου και μετέπειτα να εξαλειφθεί. Ειδάλλως, οποιαδήποτε άλλη θεραπεία θεωρείται ημιτελής.

Επίσης, βάσει επιστημονικών ερευνών, η φλεγμονή που οδηγεί τα μελανοκύτταρα στην καταστροφή ή στη μη παραγωγή μελανίνης αρχίζει από το έντερο. Συνεπώς, η υιοθέτηση μίας αντιφλεγμονώδους διατροφής και η εξασφάλιση της υγείας του εντερικού μικροβιώματος αποτελούν κατευθύνσεις θεμελιώδους σημασίας για την αντιμετώπιση της Λεύκης.

Μείζονα ρόλο διαδραματίζει και η αποκατάσταση της ορμονικής ισορροπίας στη διαχείριση της Λεύκης. Η ορμονική ανισορροπία ενοχοποιείται σημαντικά για την κινητοποίηση των μηχανισμών παθογένεσης της νόσου.

 

Η Σύγχρονη Ιατρική αντιμετώπιση της Λεύκης

Καινοτόμες διαγνωστικές εξετάσεις επιτρέπουν την ταυτοποίηση δυσλειτουργιών και ανισορροπιών σε κυτταρικό και μοριακό επίπεδο. Συνδυαζόμενες με αιματολογικές εξετάσεις, καθώς και με ένα λεπτομερές ιατρικό ιστορικό, μπορεί να διαμορφωθεί το πλήρες ιατρικό προφίλ του ασθενούς.

Βάσει των κλινικών δεδομένων, στοιχειοθετείται μία αυστηρά εξατομικευμένη θεραπευτική αγωγή, η οποία συμβάλλει στην επαναφορά της ισορροπίας του οργανισμού σε κυτταρικό και μοριακό επίπεδο. Οι θεραπείες μπορεί να περιλαμβάνουν πρωτόκολλα μικροθρεπτικών συστατικών, ορμονική αποκατάσταση με Φυσικές (Bioidentical) ορμόνες και Μοριακή/Θεραπευτική διατροφή. Με τις μεθόδους αυτές, σταδιακά αποκαθίσταται η εύρυθμη κυτταρική λειτουργία και βελτιστοποιούνται οι δείκτες υγείας του ασθενούς.

 

 

Διαβάστε επίσης


Φλεγμονές Οξείες & Χρόνιες – Πόσο επικίνδυνες μπορούν να γίνουν;

Ωμέγα-3 Λιπαρά Οξέα: Μπορούν να καταστείλουν τη Φλεγμονή και την Αυτοανοσία;

Ο μοναδικός ακριβής τρόπος, για τον έλεγχο των επιπέδων Υγείας

 

 

References:

    1. Ezzedine, K; Eleftheriadou, V; Whitton, M; van Geel, N (4 July 2015). “Vitiligo”. Lancet. 386 (9988): 74–84. doi:10.1016/s0140-6736(14)60763-7. PMID 25596811. S2CID 208791128.
    2. “Questions and Answers about Vitiligo”. NIAMS. June 2014. Archived from the original on 21 August 2016. Retrieved 11 August 2016.
    3. Whitton, M; Pinart, M; Batchelor, JM; et al. (May 2016). “Evidence-based management of vitiligo: summary of a Cochrane systematic review”. The British Journal of Dermatology. 174 (5): 962–69. doi:10.1111/bjd.14356. PMID 26686510. S2CID 38560830.
    4. Vitiligosociety, vitlife, A personal take on vitiligo and nutrition.
    5. Pubmed, A Systematic Review of Nutrition, Supplement, and Herbal-Based Adjunctive Therapies for Vitiligo.
    6. “Questions and Answers about Vitiligo”. National Institute of Arthritis and Musculoskeletal and Skin Diseases. 30 October 2016. Retrieved 22 July 2018.
    7. van Geel N, Mollet I, Brochez L, et al. (February 2012). “New insights in segmental vitiligo: case report and review of theories”. British Journal of Dermatology. 166 (2): 240–46. doi:10.1111/j.1365-2133.2011.10650.x. PMID 21936857. S2CID 32746282.
    8. “Vitiligo -Treatment”. Patient UK. NHS. Archived from the original on 6 June 2013. Retrieved 3 June 2013.