Η Ρευματοειδής αρθρίτιδα αποτελεί μία χρόνια φλεγμονώδη διαταραχή κατά την οποία επηρεάζονται κυρίως οι αρθρώσεις του σώματος. Συγκαταλέγεται στις αυτοάνοσες παθήσεις, διότι η εμφάνιση της πυροδοτείται από μία εσφαλμένη επίθεση του ανοσοποιητικού συστήματος ενάντια στα κύτταρα του ίδιου του οργανισμού του. Στην περίπτωση της Ρευματοειδούς αρθρίτιδας, προσβάλλεται η επένδυση των αρθρώσεων.
Συγκεκριμένα, το αρθρικό υγρό αλλοιώνεται, κάτι που οδηγεί σε μία επώδυνη φλεγμονώδη διαδικασία. Έτσι, με την πάροδο του χρόνου, μπορεί να δημιουργηθεί χρόνια συστηματική φλεγμονή. Καθώς, επιδεινώνεται η κατάσταση των ιστών, λόγω της επαναλαμβανόμενης αυτής φλεγμονής και της ανοσοποιητικής ενεργοποίησης, μπορεί να επέλθει η διάβρωση των οστών και η παραμόρφωση των αρθρώσεων.
Η σχετιζόμενη με τη Ρευματοειδή αρθρίτιδα χρόνια φλεγμονή που υποβόσκει ενδέχεται να βλάψει και τους περιβάλλοντες ιστούς, συμπεριλαμβανομένων των μυών, των συνδέσμων, των τενόντων, του δέρματος, των ματιών, των πνευμόνων, της καρδιάς και των αιμοφόρων αγγείων. Πρόκειται για μία νόσο που προσβάλλει το 0,8 – 1% όλων των πληθυσμών και παρουσιάζεται δύο έως τρεις φορές περισσότερο στις γυναίκες συγκριτικά με τους άνδρες.
Τα συμπτώματα της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας
Τα σημάδια και τα συμπτώματα συνήθως εξελίσσονται σταδιακά, γι’ αυτό και πολλές φορές η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα δε διαγιγνώσκεται στα αρχικά στάδια. Σε αυτά συνήθως περιλαμβάνονται τα εξής:
- Πόνος, ερυθρότητα και διόγκωση των αρθρώσεων.
- Τρεις ή περισσότερες ταυτόχρονα ευαίσθητες και πρησμένες αρθρώσεις.
- Μυϊκή δυσκαμψία, η οποία συνήθως επιδεινώνεται κατά τις πρωινές ώρες ή έπειτα από σωματική αδράνεια και διαρκεί για περισσότερα από 30 λεπτά, με ιστορικό προηγούμενων επεισοδίων.
- Εμφάνιση ρευματοειδών οζιδίων, σαν σφικτά δηλαδή κομμάτια στο δέρμα, τα οποία εντοπίζονται συνήθως στους αγκώνες.
- Δυσφορία, κόπωση, πυρετός και απώλεια της όρεξης μπορεί επιπλέον να παρουσιαστούν, εξαιτίας της συστημικής φλεγμονώδους φύσης της νόσου.
Στην πρώιμη ρευματοειδή αρθρίτιδα, αρχικά επηρεάζονται οι μικρότερες αρθρώσεις, ιδιαίτερα αυτές που συνδέουν τα δάχτυλα στα χέρια και τα δάχτυλα των ποδιών. Όταν η νόσος εξελιχθεί, σημειώνεται η εξάπλωση των συμπτωμάτων της νόσου στους καρπούς, τα γόνατα, τους αστραγάλους, τους αγκώνες, τους γοφούς και τους ώμους.
Συνήθως, αυτού του είδους τα συμπτώματα παρουσιάζονται με περιόδους εξάρσεων και υφέσεων και εκδηλώνονται στις ίδιες αρθρώσεις και στις δύο πλευρές του σώματος. Ενδέχεται να προσβληθούν πολλά ακόμη όργανα από τη Ρευματοειδή αρθρίτιδα, όπως τα νεφρά, οι σιελογόνοι αδένες, ο νευρικός ιστός και ο μυελός των οστών.
Οι αιτίες της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας
Η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα χαρακτηρίζεται ως μία χρόνια ιδιοπαθής φλεγμονώδης διαταραχή, αδιευκρίνιστης και πολλαπλούς αιτιολογίας. Ποικίλοι παράγοντες φθίνουν σημαντικά την αποδοτικότητα των κυττάρων μας, με αποτέλεσμα να δημιουργείται πρόσφορο έδαφος για την παρουσία χρόνιων φλεγμονών και την έκλυση χρόνιων αυτοάνοσων νοσημάτων, συμπεριλαμβανομένης και της Ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
Γενετική προδιάθεση
Υπάρχουν ενδείξεις ότι στην πλειοψηφία των ασθενών παρατηρείται μία γενετική προδιάθεση για την ανάπτυξη της νόσου.
Έλλειψη ενζύμων, ορμονών και λοιπών στοιχείων καύσης του οργανισμού
Σε γενικές γραμμές, οι πραγματικές αιτίες πρόκλησης αυτοάνοσων νοσημάτων, όπως η είναι η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα, αφορούν στην έλλειψη ή ανεπάρκεια ενζύμων, ορμονών και λοιπών βασικών στοιχείων καύσης του οργανισμού μας. Το σώμα μας χρειάζεται ενέργεια και δομικά συστατικά, ούτως ώστε να εξασφαλίσει την επιβίωση του, να δημιουργήσει νέους ιστούς και να καταστεί ικανό να επουλώσει οποιαδήποτε βλάβη.
Η θρεπτική κατάσταση του οργανισμού και τα αποθέματα του σε βιοχημικά καύσιμα παίζουν μείζονα ρόλο στη συνολική του υγεία, στη διάρκεια και το βαθμό επούλωσης μίας βλάβης. Η συσσωρευμένη ανεπάρκεια των βιοχημικών αυτών καυσίμων (αμινοξέα, ένζυμα, μέταλλα, βιταμίνες, κ.ά.) οδηγούν σε βιοχημική εκτροπή τη λειτουργία των κυττάρων μας, με αποτέλεσμα την εκδήλωση διαφόρων προβλημάτων.
Παράγοντες του περιβάλλοντος
Επιπλέον, η μακροχρόνια έκθεση σε παράγοντες που συντείνουν στον ερεθισμό, όπως οι περιβαλλοντικές τοξίνες, τα φυτοφάρμακα, τα αλλεργιογόνα των τροφίμων ή του περιβάλλοντος και ο μολυσμένος αέρας αποτελούν τοξικό φορτίο, το οποίο συσσωρεύεται στο λιπώδη ιστό των κυττάρων, με επακόλουθο την εμφάνιση δυσλειτουργιών.
Οξειδωτικό stress, Ορμονικές ανισορροπίες, ευαισθησίες τροφίμων, τραύματα, λοιμώξεις, κάπνισμα
Υπάρχουν επιπρόσθετες αιτίες, οι οποίες μπορεί να πυροδοτήσουν την ανάπτυξη της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας. Αυτές μπορεί να σχετίζονται με το οξειδωτικό stress, τις ορμονικές ανισορροπίες, τις ευαισθησίες τροφίμων, τα τραύματα, τις λοιμώξεις και το κάπνισμα.
Βακτηριακή υπερανάπτυξη (dysbiosis), Σύνδρομο διαρροής εντέρου, Μεθυλίωση, Γλυκοζυλίωση
Επιπλέον, η βακτηριακή υπερανάπτυξη (dysbiosis), το σύνδρομο διαρροής εντέρου, καθώς και ορισμένοι παράγοντες γήρανσης, όπως η μεθυλίωση και η γλυκοζυλίωση, ενοχοποιούνται για την εμφάνιση της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας.
Οι επιπτώσεις της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας
Η Ρευματοειδής Αρθρίτιδα, ειδικότερα όταν εξελιχθεί σε σοβαρό στάδιο, έχει αντίκτυπο στην καθημερινότητα, στο εργασιακό περιβάλλον και στις διαπροσωπικές σχέσεις του ασθενούς. Ο φόβος πρόκλησης σωματικής αναπηρίας ή/και αρθρικών δυσμορφιών επιδρά καταλυτικά στην ψυχολογία του ατόμου, ενώ ταυτόχρονα δυσχεραίνει την εξέλιξη της ασθένειας.
Πολυάριθμες μελέτες καταδεικνύουν ότι η κόπωση στη Ρευματοειδή αρθρίτιδα ενισχύει αφενός τις πιθανότητες απουσίας από την εργασία κι αφετέρου φέρει ως επακόλουθο τη δυσκολία συγκέντρωσης του ατόμου και σε πολλές περιπτώσεις την αδυναμία διεκπεραίωσης της δουλειάς. Επιπλέον, εξαιτίας της νόσου, παρατηρείται ολοένα και περισσότερη αύξηση των επισκέψεων σε ιατρούς και σε άλλους επαγγελματίες υγείας, όπως οι ψυχολόγοι και οι φυσικοθεραπευτές.
Οι κλασικές θεραπευτικές προσεγγίσεις για τη Ρευματοειδή Αρθρίτιδα
Στις συνήθεις θεραπευτικές προσεγγίσεις για τη Ρευματοειδή αρθρίτιδα περιλαμβάνεται η χορήγηση των ΜΣΑΦ, των στεροειδών ακόμη και των ναρκωτικών. Ο γιατρός συνήθως προβαίνει στη συνταγογράφηση αντι-ρευματικών φαρμάκων, με σκοπό την τροποποίηση της ασθένειας (DMARD), όπως είναι η μεθοτρεξάτη ή η υδροξυχλωροκίνη.
Η δράση των συγκεκριμένων φαρμάκων έγκειται στην άμβλυνση της ανοσολογικής διαδικασίας. Με αυτόν τον τρόπο, περιορίζεται η φλεγμονή και επιβραδύνεται η αποδόμηση των αρθρώσεων. Μάλιστα, οι νεότεροι βιολογικοί μικροοργανισμοί DMARDs εστιάζουν σε πολύ συγκεκριμένα ανοσοκύτταρα, τα οποία ενδέχεται να εμπλέκονται στους μηχανισμούς ανάπτυξης της νόσου, αντί να στοχεύουν ολόκληρο το ανοσοσύμπλοκο.
Δυστυχώς, όμως, αυτού του είδους οι θεραπευτικές αυτές προσεγγίσεις, παρ’ όλο που για κάποιους είναι αποτελεσματικές, καλύπτουν μόνο τα συμπτώματα της ασθένειας και βοηθούν στην παροδική ανακούφιση του ασθενούς από τους πόνους. Η μακροχρόνια χρήση τους, επιπλέον, μπορεί να προκαλέσει δυσάρεστες παρενέργειες, όπως κόπωση, εξανθήματα, εντερική δυσφορία, αιμορραγία και αναιμία.
Εν γένει, οι κλασικές θεραπευτικές προσεγγίσεις για τη Ρευματοειδή αρθρίτιδα αποβλέπουν στην καταπολέμηση των συμπτωμάτων και προσπαθούν να διακόψουν την ανάπτυξη περαιτέρω βλαβών στις αρθρώσεις. Αυτό, όμως, που δεν κατορθώνεται είναι η ανίχνευση και εξάλειψη των πραγματικών αιτιών που προκάλεσαν τη βιοχημική εκτροπή σε κυτταρικό επίπεδο και οδήγησαν στην έκφραση της νόσου.
Η Αιτιολογική Θεραπεία της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας
Ο αποτελεσματικότερος τρόπος για τη θεραπευτική αντιμετώπιση της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας είναι ο συνδυασμός των θεραπευτικών προσεγγίσεων. Παρά το γεγονός ότι η χορήγηση φαρμάκων κρίνεται απαραίτητη κατά τη διάρκεια της έξαρσης ή μιας οξείας επίθεσης, η πιο ενδεδειγμένη μέθοδος για τη θεραπεία διαφόρων νοσημάτων, συμπεριλαμβανομένης και της Ρευματοειδούς Αρθρίτιδας, συνίσταται στον εντοπισμό και στην εξάλειψη των υποκείμενων αιτιών της νόσου. Όλα αυτά μπορούν να επιτευχθούν μόνο εφόσον ¨διαβάσουμε¨ το κύτταρο.
Πλέον, υπάρχουν ανάλογες αναλύσεις και εξειδικευμένες εξετάσεις μέσω των οποίων προσδιορίζονται οι αιτίες που οδήγησαν στη βιοχημική εκτροπή και συνέτειναν στην εμφάνιση της αρθρίτιδας. Ανιχνεύονται παράγοντες που σχετίζονται με την επικράτηση φλεγμονών, τις ελλείψεις ενζύμων, βιταμινών και λοιπών μικρο-και μακροθρεπτικών συστατικών, ενώ ταυτόχρονα διερευνάται η ικανότητα του οργανισμού να παράγει ενέργεια. Επίσης, εντοπίζονται δυσμενείς επιγενετικοί παράγοντες (stress, τοξίνες του περιβάλλοντος, κ.ά) που δεν προάγουν τη σωστή βιοχημεία του σώματος και μπορεί να οδηγήσουν στην απόκλιση του οργανισμού από τη φυσιολογική λειτουργία σε κυτταρικό επίπεδο.
Βάσει των διαγνωστικών ευρημάτων, εκπονούνται ιατρικές αγωγές και πρωτόκολλα, με τη βοήθεια των οποίων μπορούμε να αντιμετωπίσουμε εξατομικευμένα τις κάθε είδους ανεπάρκειες και να αφαιρέσουμε το τοξικό φορτίο. Η θεραπευτική αγωγή διαμορφώνεται ανάλογα με τις δυσλειτουργίες και τις ελλείψεις που τυχόν υφίστανται και κατ’ αυτόν τον τρόπο αποκαθίσταται η βιοχημική ισορροπία του οργανισμού σε επίπεδο κυττάρου.
Με τις μεθόδους αυτές, επανέρχεται η ικανότητα του οργανισμού να διαχειρίζεται αποτελεσματικά τις φλεγμονές και να παράγει υψηλής ποιότητας καύσεις, απαραίτητες για την εξασφάλιση της επιβίωσης μας. Έτσι, μπορεί να μεταβληθεί ριζικά η πορεία της Ρευματοειδούς αρθρίτιδας και να ενισχυθεί η ποιότητα ζωής των ασθενών, δίχως τη λήψη συνθετικών και χημικών ουσιών, ενώ ταυτοχρόνως αίρονται τυχόν υποκείμενα νοσήματα. Επιπλέον, μέσα από την υιοθέτηση μίας αντιφλεγμονώδους διατροφής σε συνδυασμό με τις κατάλληλες φυσιοθεραπείες, μπορεί να επιτευχθεί μία ολοκληρωμένη θεραπευτική προσέγγιση για τη νόσο.
Διαβάστε επίσης
Η συσχέτιση της Βιταμίνης D με την Κατάθλιψη
Κοιμηθείτε καλά, Ενισχύστε την Υγεία σας
References:
- Araki Y, Mimura T. The mechanisms underlying chronic inflammation in rheumatoid arthritis from the perspective of the epigenetic landscape. J Immunol Res. 2016;2016:6290682. doi:1155/2016/6290682
- Pretorius E, Akeredolu OO, Soma P, Kell DB. Major involvement of bacterial components in rheumatoid arthritis and its accompanying oxidative stress, systemic inflammation and hypercoagulability. Exp Biol Med (Maywood). 2017;242(4):355-373. doi:1177/1535370216681549
- Vadell AKE, Bärebring L, Hulander E, Gjertsson I, Lindqvist HM, Winkvist A. Anti-inflammatory diet in rheumatoid arthritis (ADIRA) – a randomized, controlled crossover trial indicating effects on disease activity. Am J Clin Nutri. 2020;111(6):1203-1213. doi:1093/ajcn/nqaa019
- Deane KD, Demoruelle MK, Kelmenson LB, Kuhn KA, Norris JM, Holers VM. Genetic and environmental risk factors for rheumatoid arthritis. Best Pract Res Clin Rheumatol. 2017;31(1):3-18. doi:1016/j.berh.2017.08.003
- Glant TT, Mikecz K, Rauch TA. Epigenetics in the pathogenesis of rheumatoid arthritis. BMC Med. 2014;12:35. doi:1186/1741-7015-12-35
- “Handout on Health: Rheumatoid Arthritis”. National Institute of Arthritis and Musculoskeletal and Skin Diseases. August 2014. Archived from the original on June 30, 2015. Retrieved July 2, 2015.
- Smolen JS, Aletaha D, McInnes IB (October 2016). “Rheumatoid arthritis” (PDF). Lancet. 388 (10055): 2023–2038. doi:10.1016/S0140-6736(16)30173-8. PMID 27156434. S2CID 37973054.
- Tracy A, Buckley CD, Raza K. Pre-symptomatic autoimmunity in rheumatoid arthritis: when does the disease start? Semin Immunopathol. 2017;39(4):423-435. doi:1007/s00281-017-0620-6
Αφήστε μια απάντηση