Το Σύνδρομο του Ευερέθιστου Εντέρου, το οποίο είναι ευρέως γνωστό και ως Σπαστική Κολίτιδα, ορίζεται ως μία λειτουργική διαταραχή του εντέρου, η οποία εκδηλώνεται με συμπτώματα χρόνιου πόνου στην κοιλιά, δυσφορίας και κοιλιακής διάτασης (φούσκωμα), ενώ ταυτόχρονα παρατηρούνται αλλαγές στις συνήθειες του εντέρου εν απουσία κάποιας άλλης οργανικής πάθησης.

Το Σύνδρομο του ευερέθιστου εντέρου είναι ένα νόσημα που εμφανίζεται με μεγάλη συχνότητα. Οι πάσχοντες από αυτό ανέρχονται σε παγκόσμιο επίπεδο γύρω στα 60 εκατομμύρια εκ των οποίων μόνο το 10-20% αναζητά ιατρική βοήθεια και καθοδήγηση.

Ενοχλητικά και επίπονα συμπτώματα, όπως φούσκωμα, κράμπες, διάρροια, δυσκοιλιότητα, αέρια, βλέννα στα κόπρανα, δυσπεψία, ναυτία, καούρα, εμετός, συχνοουρία και πόνος στους μυς, δυσχεραίνουν την καθημερινότητα τους και υποβαθμίζουν την ποιότητα ζωής τους.

Το παράδοξο της υπόθεσης, μάλιστα, είναι ότι στις Ιατρικές σχολές διδάσκεται από πολλούς καθηγητές ότι το σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου οφείλεται στην κακή ψυχολογία. Ωστόσο, η ιατρική επιστήμη του 21ου αιώνα αποδεικνύει ότι αυτή η αντίληψη δεν ευσταθεί σε καμία περίπτωση.

Το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου είναι μία νόσος πολυπαραγοντικής αιτιολογίας. Σε ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε στην Αμερικανική Επιθεώρηση Γαστρεντερολογίας, έχει αναγνωριστεί και ο ρόλος των αλλεργιών και της φλεγμονής που προκαλούν ορισμένες τροφές στην εκδήλωση της πάθησης. Το καλό είναι ότι το Σύνδρομο του Ευερέθιστου Εντέρου μπορεί να αντιμετωπιστεί επιτυχώς μέσα από την ανίχνευση και εξάλειψη των αιτιών που το προκαλούν.

 

Τα αίτια του Συνδρόμου Ευερέθιστου Εντέρου

Βάσει επιστημονικών ερευνών, έχουν αναφερθεί πολλά και διαφορετικά αίτια που ευθύνονται για την εμφάνιση του συνδρόμου. Στα τρία κυριότερα συγκαταλέγονται οι τροφικές αλλεργίες ή ευαισθησίες, η υπερβολική ανάπτυξη βακτηριδίων στο λεπτό έντερο, καθώς κι η αυξημένη παραγωγή μυκήτων που προκύπτει ως επακόλουθο διαταραχών στην ισορροπία της χλωρίδας του εντέρου. Η εσωτερική επένδυση του εντέρου με το καλό μικροβίωμα ενδέχεται να φθαρεί κι από άλλους παράγοντες, όπως είναι τα εξής:

  • Η υπερβολική χρήση αντιβιοτικών ή αντιφλεγμονωδών φαρμάκων
  • Μία διατροφή ελλιπής σε μικροθρεπτικά συστατικά και φυτικές ίνες και πλούσια σε ζάχαρη και αλκοόλ, μεταξύ άλλων.
  • Το διαρρέον έντερο. Όταν τα κύτταρα που καλύπτουν το εντερικό τοίχωμα καταστρέφονται, τότε εισέρχονται στο σώμα μικρόβια, τοξίνες και άλλες ανεπιθύμητες ουσίες. Πυροδοτείται η έναρξη μίας επίθεσης από το ανοσοποιητικό σύστημα, προκειμένου να εξουδετερώσει τους εισβολείς και δημιουργείται φλεγμονή.
  • Η ύπαρξη εντερικών παρασίτων, όπως το Giardialamblia, το Blastocystishominis, το Dientamoebafragilis
  • Η έλλειψη πεπτικών ενζύμων και η τοξικότητα βαρέων μετάλλων
  • Το έντονο άγχος. Αυτό επιβεβαιώνεται κι από το γεγονός ότι η επινεφριδιακή ορμόνη κορτιζόλη (ορμόνη του άγχους) ανευρίσκεται σε υψηλά επίπεδα σε πάσχοντες από σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου.

Όλοι οι παράγοντες συντελούν στην ενεργοποίηση μίας ανοσοαπόκρισης που διαταράσσει το εντερικό νευρικό σύστημα, με τελικό επακόλουθο την εκδήλωση του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ορμονικές ανισορροπίες μπορεί να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην εμφάνιση του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου. Συγκεκριμένα, κατά την έμμηνο ρύση, φθίνουν τα επίπεδα των οιστρογόνων και ενισχύονται τα επίπεδα προγεστερόνης στην ωχρινική φάση. Έτσι, αυξάνεται η έκφραση του υποδοχέα της σεροτονίνης στο έντερο, με αποτέλεσμα να επιδεινώνονται τα συμπτώματα του εντέρου (αύξηση της κινητικότητας) και να εντείνεται η σπλαχνική ευαισθησία στον πόνο.

 

Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου και ευαισθησίες σε τρόφιμα

Σύμφωνα με διάφορες έρευνες και μελέτες που έχουν διενεργηθεί, υπάρχουν ορισμένες τροφές που μπορούν να επιφέρουν ερεθισμό στο έντερο και το πεπτικό σύστημα. Αυτού του είδους οι ευαισθησίες στα τρόφιμα δεν αποτελούν μία πραγματική αλλεργία, όπως η αλλεργία στα οστρακοειδή, αλλά μία ηπιότερη ευαισθησία, η οποία, παρά ταύτα, ενδέχεται να οδηγήσει στην εμφάνιση των συμπτωμάτων της νόσου.

 

Γλουτένη

Η ευαισθησία στη γλουτένη αποτελεί μία από τις κοινές ευαισθησίες σε τρόφιμα. Το γάλα, η σόγια, το σιτάρι, τα αυγά καθώς και τα τρόφιμα υψηλής περιεκτικότητας σε αμίνες (π.χ. σοκολάτα, κρασί, μπανάνα) ή σαλικυλικά (π.χ. ξηροί καρποί, καλαμπόκι, κρασί, καφές, τομάτα) αποτελούν, επίσης, τροφές που συνδέονται σε μεγάλο βαθμό με την έξαρση των συμπτωμάτων.

 

Λακτόζη

Έχει βρεθεί, μάλιστα, ότι ένα σημαντικό ποσοστό των ασθενών με Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου παρουσιάζει δυσαπορρόφηση της λακτόζης, μία κατάσταση που μπορεί να συντείνει στην πρόκληση διάρροιας και μετεωρισμού.

 

Δυσαπορρόφηση φρουκτόζης και σορβιτόλης

Επίσης, οι πάσχοντες από σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου εμφανίζουν δυσαπορρόφηση της φρουκτόζης και της σορβιτόλης.

 

Τροφές που προτείνονται για την αντιμετώπιση του Συνδρόμου Ευερέθιστου Εντέρου

Εφόσον η διατροφή παίζει καθοριστικό ρόλο στην εκδήλωση του συνδρόμου, καθίσταται αντιληπτό ότι η αλλαγή στις διατροφικές μας συνήθειες μπορεί να συμβάλλει αποτελεσματικά στην ανακούφιση από τα συμπτώματα του συνδρόμου ευερέθιστου εντέρου.

 

Πρωτεΐνες

Η ένταξη πρωτεϊνών στη διατροφή, οι οποίες περιέχονται στα ψάρια, τη γαλοπούλα και στο κοτόπουλο, μπορεί να συμβάλλει στον περιορισμό της επίτασης των συμπτωμάτων.

 

Φυτικές ίνες

Καλό είναι, επιπλέον, οι ασθενείς με Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου να συμπεριλάβουν στη διατροφή τους τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε φυτικές ίνες, όπως είναι τα λαχανικά, στα οποία μάλιστα εμπεριέχονται βιταμίνες, μέταλλα, αντιοξειδωτικά και αντιφλεγμονώδη μόρια που συμβάλλουν στην καταπολέμηση της νόσου.

 

Θρεπτικά συστατικά

Επιπλέον, συστήνεται να ενταχθούν στη διατροφή θρεπτικά συστατικά, τα οποία αποκαθιστούν την επένδυση του εντέρου, όπως είναι ο ψευδάργυρος, η βιταμίνη Α, η γλουταμίνη και τα Ωμέγα-3 λιπαρά οξέα, που περιέχονται στα λιπαρά ψάρια και στο ιχθυέλαιο. Ορισμένα βότανα, όπως ο κουρκουμάς, μπορούν να συμβάλλουν στη μείωση της φλεγμονής και στη θεραπεία του διαρρέοντος εντέρου.

 

Πρεβιοτικά και προβιοτικά

Κρίνεται, μάλιστα, απαραίτητη η ένταξη πρεβιοτικών και προβιοτικών στη διατροφή. Τα πρεβιοτικά είναι ουσίες που προάγουν την ανάπτυξη και διατήρηση της ήδη υπάρχουσας εντερικής χλωρίδας. Από την άλλη, τα προβιοτικά αποτελούν ζώντες μικροοργανισμούς που συμβάλλουν στην ισορροπία της εντερικής χλωρίδας, διότι αποτρέπουν την ανάπτυξη παθογόνων βακτηρίων και την είσοδο επιβλαβών μικροοργανισμών, ενώ ευνοούν την ανάπτυξη φιλικών (μη παθογόνων) βακτηρίων. Προβιοτικά μπορούν να ληφθούν μέσω συμπληρωμάτων διατροφής, καθώς και μέσα από την κατανάλωση γιαουρτιού.

 

Τροφές που πρέπει να αποφεύγονται για το Σύνδρομο Ευερέθιστου Εντέρου

 

Υδατάνθρακες και ζάχαρη

Συνιστάται η αφαίρεση από την καθημερινή μας διατροφή των αμυλωδών (ψωμί, δημητριακά, ζυμαρικά) και ζαχαρούχων επεξεργασμένων τροφίμων, διότι οι συγκεκριμένες κατηγορίες τροφών θεωρούνται επιβλαβείς για το έντερο μας. Ευθύνονται, μάλιστα, για την εμφάνιση ανισορροπιών στα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, οι οποίες τροφοδοτούν τα επιζήμια για το έντερο βακτήρια.

 

Ορισμένα φάρμακα, αλκοόλ, καφεΐνη και όσπρια

Επιπλέον, πρέπει να αποφεύγεται η κατανάλωση αλκοόλ, καθώς κι λήψη αντιβιοτικών, στεροειδών, αντισυλληπτικών ή αντιόξινων φαρμάκων, καθώς όλα αυτά προωθούν την ανάπτυξη μυκήτων στο έντερο. Μάλιστα, προτείνεται η αποφυγή της κατανάλωσης καφεΐνης και των οσπρίων, διότι αυτά προκαλούν «φούσκωμα», και ενδείκνυται η λήψη ικανής ποσότητας νερού (2- 3lt ημερησίως).

 

Λακτόζη, φρουκτόζη και μεταποιημένα τρόφιμα

Καλό είναι, επίσης, να περιορίζονται η λακτόζη, η φρουκτόζη και λοιποί σακχαρίτες σε πάσχοντες με διαπιστωμένη ευαισθησία. Συνιστάται να αποφεύγεται και η κατανάλωση μεταποιημένων τροφίμων, όπως τα αναψυκτικά, διότι αυτά επιδρούν στο μεταβολισμό του σακχάρου και των λιπιδίων.

 

Η Σύγχρονη Ιατρική αντιμετώπιση του Συνδρόμου Ευερέθιστου Εντέρου

Βέβαια, δεν αρκούν μόνο οι αλλαγές των διατροφικών συνηθειών. Λόγω του ότι τα επίπεδα των ορμονών επηρεάζονται από ποικίλες καταστάσεις, είναι απαραίτητη η διερεύνηση της βιοχημείας του κυττάρου, μέσω ειδικών βιοχημικών, ορμονικών και μεταβολικών εξετάσεων, καθώς αυτού του είδους οι διακυμάνσεις καθορίζουν την εμφάνιση και έξαρση των συμπτωμάτων του ευερέθιστου εντέρου. Συνεπώς, η αντιμετώπιση των παρεκκλίσεων αυτών είναι ζωτικής σημασίας για την ύφεση ή και την πλήρη εξάλειψη των συμπτωμάτων.

Η αποτελεσματική αντιμετώπιση του Συνδρόμου Ευερέθιστου Εντέρου προϋποθέτει, εν γένει, την ανεύρεση των υποκείμενων αιτιών που οδήγησαν στην εμφάνιση του προβλήματος. Σε αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται ο ρόλος της Σύγχρονης Ιατρικής. Οι αρχές στις οποίες βασίζεται η Σύγχρονη Ιατρική έγκειται στην αναγνώριση του ότι μία νόσος μπορεί να οφείλεται σε πολλά αίτια ή ότι ένα αίτιο είναι πιθανόν να ευθύνεται για πολλές νόσους. Λόγου χάρη, εάν υπάρχουν δέκα ασθενείς με σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου, οι αιτίες που το προκάλεσαν μπορεί να διαφέρουν για καθένα εξ αυτών. Επομένως, υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και μέθοδοι, ανάλογα με τις υποκείμενες αιτίες της νόσου.

Βάσει διαγνωστικών ευρημάτων, εκπονούνται εξατομικευμένες ιατρικές αγωγές και πρωτόκολλα, τα οποία συντείνουν στη στοχευμένη αντιμετώπιση των κάθε είδους ανεπαρκειών και στην απομάκρυνση του τοξικού φορτίου. Με αυτές τις μεθόδους, μπορεί να δοθεί μία οριστική λύση στο πρόβλημα, ενώ ταυτόχρονα αποκαθίσταται η υγεία σε κυτταρικό επίπεδο. Ο ανθρώπινος οργανισμός επανακτά την ικανότητα του να παράγει υψηλής ποιότητας καύσεων, απαραίτητων για τη ζωή, χωρίς τη λήψη φαρμακευτικών ουσιών. Το ποσοστό υποτροπών φθίνει σημαντικά και η ποιότητα ζωής των ασθενών βελτιώνεται.

 

 

Διαβάστε επίσης


Σύνδρομο Χρόνιας Κόπωσης και ελλείψεις μικροθρεπτικών συστατικών
Βιταμίνη D: Πως επηρεάζει τα αυτοάνοσα νοσήματα;
Δυσλειτουργία του θυρεοειδούς αδένα: ποια τα ύποπτα σημάδια;

 

References:


  1. Chey WD, Kurlander J, Eswaran S (March 2015). “Irritable bowel syndrome: a clinical review”. JAMA. 313 (9): 949–58. doi:10.1001/jama.2015.0954. PMID 25734736. S2CID 205062386.
  2. “Treatment for Irritable Bowel Syndrome”. NIDDK. February 23, 2015. Archived from the original on April 6, 2016. Retrieved March 29, 2016.
  3. Rao SS, Yu S, Fedewa A (June 2015). “Systematic review: dietary fibre and FODMAP-restricted diet in the management of constipation and irritable bowel syndrome”. Alimentary Pharmacology & Therapeutics. 41 (12): 1256–70. doi:10.1111/apt.13167. PMID 25903636. S2CID 27558785.
  4. Collins SM (August 2014). “A role for the gut microbiota in IBS”. Nature Reviews. Gastroenterology & Hepatology. 11 (8): 497–505. doi:10.1038/nrgastro.2014.40. PMID 24751910. S2CID 10676400.
  5. Saha L (June 2014). “Irritable bowel syndrome: pathogenesis, diagnosis, treatment, and evidence-based medicine”. World Journal of Gastroenterology (Review). 20 (22): 6759–73. doi:10.3748/wjg.v20.i22.6759. PMC 4051916. PMID 24944467.
  6. Marsh A, Eslick EM, Eslick GD (April 2016). “Does a diet low in FODMAPs reduce symptoms associated with functional gastrointestinal disorders? A comprehensive systematic review and meta-analysis”. European Journal of Nutrition. 55 (3): 897–906. doi:10.1007/s00394-015-0922-1. PMID 25982757. S2CID 206969839.
  7. Heiman ML, Greenway FL (May 2016). “A healthy gastrointestinal microbiome is dependent on dietary diversity”. Molecular Metabolism (Review). 5 (5): 317–320. doi:10.1016/j.molmet.2016.02.005. PMC 4837298. PMID 27110483.
  8. Ford AC, Harris LA, Lacy BE, Quigley EM, Moayyedi P (November 2018). “Systematic review with meta-analysis: the efficacy of prebiotics, probiotics, synbiotics and antibiotics in irritable bowel syndrome”. Alimentary Pharmacology & Therapeutics. 48 (10): 1044–1060. doi:10.1111/apt.15001. PMID 30294792. S2CID 52933693.