Η Βιταµίνη D είναι µια λιποδιαλυτή βιταµίνη που κατατάσσεται πλέον στις πυρηνικές ορμόνες και θεωρείται, μεταξύ άλλων, απαραίτητη για την υγεία των οστών. Μπορεί να προσληφθεί από τον οργανισμό είτε μέσω της διατροφής είτε µε τη χρήση συμπληρωμάτων. Είναι δυνατόν, επίσης, να παραχθεί ενδογενώς, όταν το δέρμα μας εκτίθεται στην ηλιακή ακτινοβολία. Η εκτίμηση των επιπέδων της Βιταμίνης D σε ένα άτομο επιτυγχάνεται μέσω της μέτρησης των επιπέδων του κύριου μεταβολίτη της στον ορό, ο οποίος είναι η 25-υδροξυΒιταμίνηD3 ή [25(OH)D3].

Ολοένα και περισσότερες κλινικές μελέτες που διενεργούνται καταδεικνύουν τη σπουδαιότητα της Βιταμίνης D στην εύρυθμη λειτουργία των συστημάτων του ανθρώπινου οργανισμού. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα επιδημιολογικά δεδομένα, η ανεπάρκεια Βιταμίνης D συνδέεται με την αύξηση του κινδύνου ανάπτυξης μίας σωρείας χρόνιων φλεγμονωδών νοσημάτων, συμπεριλαμβανομένων και των αυτοάνοσων παθήσεων.

Ο ισχυρισμός αυτός μπορεί να εξηγηθεί επαρκώς από το γεγονός ότι η Βιταμίνη D διαθέτει ανοσοτροποποιητικές ιδιότητες. Χάρη στις ιδιότητες αυτές, τα ελλιπή επίπεδα της θα μπορούσαν να αποτελέσουν έναν παράγοντα κινδύνου εκδήλωσης αυτοάνοσων νοσημάτων, στα οποία συγκαταλέγεται και η Σκλήρυνση Κατά Πλάκας.

Όσοι έχουν γενετική προδιάθεση να εμφανίσουν έλλειψη Βιταμίνης D διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης Σκλήρυνσης Κατά Πλάκας, βάσει μίας νέας επιστημονικής μελέτης η οποία βασίστηκε στο γονιδιακό προφίλ χιλιάδων ατόμων ευρωπαϊκής καταγωγής και δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση PLoS Medicine. Η συγκεκριμένη μελέτη φαίνεται να τεκμηριώνει επαρκώς τον κομβικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η Βιταμίνη D ως μέσον πρόληψης ή ακόμη και θεραπευτικής αντιμετώπισης της Σκλήρυνσης κατά πλάκας.

 

Η παθοφυσιολογία της Σκλήρυνσης Κατά Πλάκας

Η Σκλήρυνση κατά πλάκας είναι μία χρόνια αυτοάνοση φλεγμονώδης νόσος που προσβάλλει τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό, δηλαδή το κεντρικό νευρικό σύστημα. Στη νόσο αυτή, το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται στα νευρικά κύτταρα, με τελικό επακόλουθο την καταστροφή της μυελίνης. Η μυελίνη αποτελεί το προστατευτικό περίβλημα των νευρώνων του κεντρικού νευρικού συστήματος και συνεπώς η καταστροφή της μπορεί να συντελέσει στην αποµυελίνωση των νευρώνων ή ακόµη και στον εκφυλισµό τους.

Ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης, το συγκεκριμένο νόσημα εκδηλώνεται με μία πλειάδα συμπτωμάτων από μουδιάσματα στα άκρα και σωματική κόπωση έως απώλεια της όρασης και κινητική αναπηρία. Προσβάλλει κυρίως τα άτομα ηλικίας από 20-50 ετών και παρουσιάζεται με μεγαλύτερη συχνότητα στο γυναικείο φύλο.

 

Η δράση της Βιταμίνης D στο ανοσοποιητικό σύστημα

Η Βιταμίνη D είναι υπεύθυνη για τη ρύθμιση της έκφρασης περισσότερων από 300 γονιδίων και έχει συσχετισθεί με συγκεκριμένες ανοσολογικές και μεταβολικές διαδικασίες που εδραιώνουν το ρόλο της ως απαραίτητου στοιχείου για την εξασφάλιση και διατήρησης της υγείας μας.

Καταρχάς, διαθέτει υποδοχείς οι οποίοι εντοπίζονται σε πολλαπλές σειρές ανοσοκυττάρων, όπως είναι τα ενεργοποιημένα Τ λεμφοκύτταρα. Μόλις ενεργοποιούνται οι υποδοχείς αυτοί, επιτυγχάνεται η ρύθμιση του μεταβολισμού του ασβεστίου, της κυτταρικής ανάπτυξης, του κυτταρικού πολλαπλασιασμού, της κυτταρικής απόπτωσης και λοιπών κυτταρικών λειτουργιών. Συνεπώς, η ύπαρξη αυτών των υποδοχέων εξηγεί την ιδιότητα που φέρει η Βιταμίνη D ως τροποποιητής των ανοσολογικών λειτουργιών και τεκμηριώνει το ρόλο που διαδραματίζει στην ανάπτυξη ή μη αυτοάνοσων νοσημάτων.

Οι επαρκείς ποσότητες Βιταμίνης D βοηθούν στη σωστή λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος, καθώς μειώνουν τους παράγοντες που προκαλούν φλεγμονή (ιντερλευκίνη 17) και προάγουν τους μηχανισμούς που εμπλέκονται στον έλεγχο της ανοσολογικής απάντησης του οργανισμού (CD4+ μνήμης). Με τη βοήθεια της Βιταμίνης D, συγκεκριμένα, ενισχύεται η  μεταγραφή των “ενδογενών αντιβιοτικών”, όπως είναι η καθελισιδίνη, και στον αντίποδα αναστέλλεται η ανάπτυξη των νοσημάτων που απαιτούν τη μεσολάβηση των Th1- και Th2-λεμφοκυττάρων.

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η εμφάνιση της Σκλήρυνσης κατά πλάκας, η οποία καθορίζεται από τη μεσολάβηση Th1-λεμφοκυττάρων, αναχαιτίζεται μέσω της δράσης της Βιταμίνης D. Εκτός αυτών, μέσω της Βιταμίνης D αποκαθίσταται η ικανότητα του οργανισμού να αναγνωρίζει τα δικά του κύτταρα και ιστούς, κάτι που λειτουργεί αποτρεπτικά στην πρόκληση αυτοάνοσων παθήσεων.

Όσον αφορά στη Σκλήρυνση κατά πλάκας, στοιχεία που έχουν δημοσιευτεί στο επιστημονικό έντυπο Proceedings of the National Academy of Sciences καταδεικνύουν ότι τα κύτταρα του ανοσοποιητικού συστήματος μπλοκάρονται από τη Βιταμίνη D, με αποτέλεσμα να αδυνατούν πλέον να «μεταναστεύσουν» στο κεντρικό σύστημα, παράγοντας που θα μπορούσε να επιδεινώσει τη νόσο. Πέραν αυτών, έχει υποστηριχθεί ότι η ενεργοποίηση από τη Βιταμίνη D μίας πρωτεΐνης θα μπορούσε να εξαλείψει τις βλάβες της μυελίνης σε πάσχοντες από Σκλήρυνση κατά Πλάκας.

 

Η συσχέτιση της Σκλήρυνσης κατά πλάκας με το φως του ήλιου

Το ενδιαφέρον των επιστημόνων στράφηκε για πρώτη φορά στον ευεργετικό ρόλο που διαδραματίζει η Βιταμίνη D για την πρόληψη των αυτοάνοσων παθήσεων, όταν παρατηρήθηκε ότι ο επιπολασµός της Σκλήρυνσης κατά πλάκας αυξάνεται σε χώρες όπου επικρατεί περιορισμένη ηλιοφάνεια, καθώς ο ήλιος αποτελεί φυσική πηγή της Βιταμίνης D.

Ο επιπολασμός της Σκλήρυνσης κατά πλάκας καθορίζεται και από το υψόμετρο (Kurtzke, 1967). Η συχνότητα εμφάνισης Σκλήρυνσης κατά πλάκας μειώνεται σε χώρες με μεγάλα υψόμετρα οι οποίες συνεπάγονται μεγαλύτερη ηλιακή ακτινοβολία και κατ’ επέκταση αύξηση της σύνθεσης Βιταμίνης D από το δέρμα μας.

Σύμφωνα με μία πρόσφατη συστηµατική ανάλυση δηµοσιευµένων δεδοµένων όπου μελετήθηκαν 151.978 ασθενείς µε Σκλήρυνση κατά πλάκας, βρέθηκε ότι τα άτομα που γεννήθηκαν την άνοιξη διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου σε αντίθεση με όσους έχουν γεννηθεί το φθινόπωρο, καθώς η μητέρα των γεννηθέντων το φθινόπωρο εκτίθετο περισσότερο στον ήλιο τους προηγούμενους µήνες.

 

Η σύνδεση της Βιταμίνης D με τη Σκλήρυνση κατά πλάκας βάσει ερευνών

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Μακ Γκιλ του Καναδά έκαναν μία σύγκριση του επιπολασμού της Σκλήρυνσης κατά πλάκας σε άτομα ευρωπαϊκής καταγωγής με ή χωρίς γενετική προδιάθεση για έλλειψη Βιταμίνης D. Από τις αναλύσεις των ερευνητών απεδείχθη ότι όσοι, λόγω γενετικής προδιάθεσης, είχαν χαμηλές συγκεντρώσεις ενός δείκτη για τη Βιταμίνη D διέτρεχαν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν Σκλήρυνση κατά πλάκας, εν αντιθέσει με εκείνους που δε διέθεταν στο γενετικό τους κώδικα τα υπεύθυνα γονίδια.

Αποτελέσματα μελέτης δημοσιεύτηκαν και στο Neurology από ερευνητές στο John Hopkins, στο Duke University και στο Stanford. Η μελέτη αυτή αφορούσε στη χορήγηση Βιταμίνης D σε δύο ομάδες πασχόντων από Σκλήρυνση κατά πλάκας. Στην πρώτη ομάδα χορηγήθηκαν χαμηλές δόσεις Βιταμίνης D, ενώ η δεύτερη ομάδα προσέλαβε πιο υψηλές δόσεις. Σύμφωνα με την έρευνα, διαπιστώθηκε ότι οι αυξημένες δόσεις Βιταμίνης D συμβάλλουν αποτελεσματικά στην αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος ασθενών με Σκλήρυνση κατά πλάκας.

Παράλληλα, παρατηρήθηκε από τους ερευνητές στο Multiple Sclerosis Society Cambridge Centre for Myelin Repair ότι μέσω της προσθήκης Βιταμίνης D σε εγκεφαλικά βλαστικά κύτταρα, ενισχύεται κατά 80% ο ρυθμός με τον οποίο παράγονται τα ολιγοδενδροκύτταρα, με αποτέλεσμα να ενεργοποιείται η έκκριση μυελίνης. Η μελέτη αυτή μας παρέχει σημαντικές ενδείξεις ότι η Βιταμίνη D μπορεί να προάγει την έκκριση μυελίνης, όταν το νόσημα έχει ήδη παρουσιαστεί.

 

Η συμβολή της χορήγησης Βιταμίνης D στην πρόληψη και θεραπεία της Σκλήρυνσης κατά πλάκας

Πολλαπλές προκλινικές μελέτες καταδεικνύουν ότι τα επαρκή επίπεδα της 25-υδροξυβιταμίνης D3 στον ορό των ατόμων βοηθούν σημαντικά στην πρόληψη του κινδύνου εμφάνισης Σκλήρυνσης κατά πλάκας κι έχουν συσχετιστεί με καλύτερη πορεία της νόσου σε ήδη πάσχοντες.

Ο Dr. Cicero Coimbra του Πανεπιστημίου του Σάο Πάολο της Βραζιλίας, ο οποίος καταγίνεται με τη θεραπεία νοσούντων από Σκλήρυνση κατά πλάκας μέσω της χορήγησης υψηλών δόσεων Βιταμίνης D, επισημαίνει ότι τα αποτελέσματα ξεπερνούν κάθε προσδοκία και ισχυρίζεται ότι στην πλειονότητα των ασθενών έχει διακοπεί η εξέλιξη της νόσου και σε κάποιους άλλους έχουν εξαλειφθεί πλήρως τα συμπτώματα που αυτή προκαλεί.

Συνεπώς, έχει μεγάλη σημασία ο τακτικός έλεγχος των επιπέδων της 25-υδροξυβιταμίνης D3 στον ορό των ασθενών με Σκλήρυνση κατά πλάκας και σε περίπτωση που παρατηρηθεί έλλειψη ή ανεπάρκεια, χρειάζεται να γίνει συμπληρωματική λήψη Βιταμίνης D, με σκοπό την επίτευξη των ιδανικών επιπέδων. Ιδανικές τιμές Βιταμίνης D θεωρούνται αυτές που κυμαίνονται από 50-80 ng/dl.

Χρειάζεται, βέβαια, να διεξαχθούν περαιτέρω μελέτες, προκειμένου να διερευνηθούν οι μηχανισμοί που εμπλέκονται στην ανοσολογική ρύθμιση με μεσολάβηση 1,25 (OH) 2D3 και να προσδιοριστεί το κατά πόσον η Βιταμίνη D μπορεί, μεμονωμένη ή συνδυαζόμενη με άλλες θεραπευτικές προσεγγίσεις, να καταστείλει την αυτοανοσία.

Σε κάθε περίπτωση, πάντως, η Βιταμίνη D διαδραματίζει ρυθμιστικό ρόλο στα επίπεδα φλεγμονής που δημιουργείται στον εγκέφαλο και στο κεντρικό νευρικό σύστημα των ασθενών με Σκλήρυνση κατά πλάκας. Γι΄ αυτό, η συμπληρωματική χορήγηση Βιταμίνης D ειδικά σε ομάδες αυξημένου κινδύνου, όπως τα άτομα με θετικό οικογενειακό ιστορικό της νόσου, μπορεί να συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στην πρόληψη  Σκλήρυνσης κατά πλάκας, αλλά και στην καλύτερη δυνατή πορεία της νόσου σε ήδη πάσχοντες.

 

Δρ. Κοΐνη Νικολέτα, Μ.D.
Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος, PgD in Genomic Medicine and Healthcare
Ιατρός Λειτουργικής, Αντιγηραντικής, Προληπτικής και Αναγεννητικής Ιατρικής
(Diplomate and Board Certified in Anti-aging, Preventive, Functional and Regenerative Medicine from
A4M (American Academy in Antiaging Medicine).

 

Διαβάστε επίσης


Βιταμίνη D πως επηρεάζει τα αυτοάνοσα νοσήματα
Υπέρταση: Οι μηχανισμοί εκδήλωσης αυτού του “σιωπηλού δολοφόνου”
Η συσχέτιση της βιταμίνης D με την κατάθλιψη

 

References:


  • Munger K, Ascherio A. Prevention and treatment of MS: studying the effects of vitamin D. Mult Scler J. 2011;17(12):1405–1411. doi: 10.1177/1352458511425366.
  • Kurtzke J, Beebe G, Norman J. Epidemiology of multiple sclerosis in US veterans: III. Migration and the risk of MIS. Neurology. 1985;35(5):672. doi: 10.1212/WNL.35.5.672.
  • Munger K, Åivo J, Hongell K, Soilu-Hänninen M, Surcel H, Ascherio A. Vitamin D status during pregnancy and risk of multiple sclerosis in offspring of women in the Finnish maternity cohort. JAMA Neurol. 2016;73(5):515. doi: 10.1001/jamaneurol.2015.4800.
  • Ascherio A, Munger K, Simon K. Vitamin D and multiple sclerosis. Lancet Neurol. 2010;9(6):599–612. doi: 10.1016/S1474-4422(10)70086-7.
  • Pierrot-Deseilligny C, Souberbielle J. Contribution of vitamin D insufficiency to the pathogenesis of multiple sclerosis. Ther Adv Neurol Disor. 2013;6(2):81–116. doi: 10.1177/1756285612473513.
  • Smolders J, Peelen E, Thewissen M, et al. Safety and T Cell modulating effects of high dose vitamin D3 supplementation in multiple sclerosis. PLoS One. 2010;5(12):e15235. doi: 10.1371/journal.pone.0015235.
  • Fragoso Y, Adoni T, Damasceno A, et al. Unfavorable outcomes during treatment of multiple sclerosis with high doses of vitamin D. J Neurol Sci. 2014;346(1–2):341–342. doi: 10.1016/j.jns.2014.08.019.
  • Munger K, Zhang S, O’Reilly E, et al. Vitamin D intake and incidence of multiple sclerosis. Neurology. 2004;62(1):60–65. doi: 10.1212/01.WNL.0000101723.79681.38.