Νηστεία
Ως νηστεία ορίζεται η εκούσια ή ακούσια αποχή από την τροφή. Ο όρος αυτός, βέβαια, στις μέρες μας συγχέεται κατά κύριο λόγο με τη θρησκευτική νηστεία, στη διάρκεια της οποίας απέχουμε εκούσια από συγκεκριμένες κατηγορίες τροφίμων, ως επί το πλείστον ζωικής προέλευσης, για θρησκευτικούς κυρίως λόγους.
Έχει υπάρξει κατά καιρούς μεγάλος διάλογος κι έχουν παρατηρηθεί αρκετές διχογνωμίες στον επιστημονικό τομέα σχετικά με το αν ή όχι η νηστεία είναι επωφελής για την ανθρώπινη υγεία. Είτε το πιστεύετε είτε όχι, η νηστεία προσκομίζει αρκετά οφέλη στον οργανισμό μας, υπό ορισμένες προϋποθέσεις. Υπάρχουν ενδεχόμενοι κίνδυνοι ως προς τις διατροφικές επιλογές των ατόμων και την ποσότητα των τροφών που καταναλώνονται κατά τη διάρκεια της νηστείας. Εν ολίγοις, η νηστεία αποτελεί ένα αμφιλεγόμενο ζήτημα που από τη μία προσφέρει οφέλη στο σώμα μας, από την άλλη, όμως, εγκυμονεί κινδύνους.
Πλεονεκτήματα της νηστείας
Τα νηστίσιμα τρόφιμα περιέχουν υψηλές συγκεντρώσεις φυτικών ινών, αντιοξειδωτικών στοιχείων και βιταμινών, τα οποία θωρακίζουν τον οργανισμό μας από διάφορες παθήσεις. Η νηστεία αποτελεί μία χορτοφαγική δίαιτα που είναι πλούσια σε πρωτεΐνες φυτικής προέλευσης και σε μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λιπαρά οξέα. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, παρέχει καρδιαγγειακά οφέλη και συμβάλλει στη σωστή ρύθμιση των καρδιακών παλμών.
Επιπλέον, η ελλιπής κατανάλωση τροφών ζωικής προέλευσης από τη διατροφή προμηνύει περιορισμό του προσλαμβανόμενου κορεσμένου λίπους και φέρει ως επακόλουθο την πτώση των επιπέδων της χοληστερίνης και των τριγλυκεριδίων. Η μείωση της αρτηριακής πίεσης εντάσσεται επίσης στα οφέλη της νηστείας, λόγω του καλίου (φρούτα, λαχανικά, όσπρια) που καταναλώνεται σε αυξημένες ποσότητες και με μεγαλύτερη συχνότητα κατά την περίοδο της νηστείας.
Ο βραδύς μεταβολισμός αποτελεί μία από τις βασικότερες συνέπειες της γήρανσης του πληθυσμού. Με τη βοήθεια της νηστείας, παρέχεται στο πεπτικό σύστημα η δυνατότητα ανάπαυλας, διότι οι υψηλές ποσότητες φυτικών ινών, που καταναλώνονται συχνότερα, διασπώνται ευκολότερα. Ταυτόχρονα, έχει αποδειχθεί ότι η νηστεία αυξάνει την ευαισθησία στην ινσουλίνη, λόγω της υψηλής πρόσληψης φυτικών ινών, οι οποίες βοηθούν στη σταθεροποίηση των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα.
Παράλληλα, συνδράμει στη ρύθμιση των ορμονών, με αποτέλεσμα να παρέχονται τα σωστά σήματα για τον έλεγχο ή όχι του αισθήματος της πείνας. Ενισχύει τη δράση του ανοσοποιητικού συστήματος, διότι ρυθμίζει τις φλεγμονώδεις καταστάσεις στο σώμα και προλαμβάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκινικών κυττάρων. Επιπλέον, τα άτομα που νηστεύουν έχουν χαμηλά επίπεδα οξειδωτικού στρες, λόγω της υψηλής κατανάλωσης τροφών πλούσιων σε αντιοξειδωτικά. Επιπρόσθετα, έχει διαπιστωθεί ότι η νηστεία ενισχύει την εγκεφαλική λειτουργία και προστατεύει τα εγκεφαλικά κύτταρα από προβλήματα που σχετίζονται με τη νόσο του Alzheimer ή του Parkinson.
Επιπλέον, η νηστεία λειτουργεί ως μία καλή ευκαιρία αποτοξίνωσης, καθώς αποφεύγεται η κατανάλωση κρέατος, στο οποίο περιέχονται τοξίνες, ενώ η αποχή από το αλκοόλ ξεκουράζει το συκώτι, με αποτέλεσμα να αποβάλλονται πιο εύκολα τα διάφορα άχρηστα κατάλοιπα και οι τοξίνες που συσσωρεύονται σε αυτό. Ταυτόχρονα, ενισχύεται η κυκλοφορία του αίματος και ανατροφοδοτείται το σώμα με θρεπτικά συστατικά. Παράλληλα, η νηστεία βοηθάει στην απώλεια κιλών και χάρη στα θρεπτικά συστατικά της έχει βρεθεί ότι συμβάλλει στην καταπολέμηση των συμπτωμάτων της κατάθλιψης.
Ενδεχόμενοι κίνδυνοι από τη νηστεία
Δυστυχώς, όμως, ο εσφαλμένος τρόπος διατροφής κατά την περίοδο της νηστείας ακυρώνει όλα τα οφέλη που θα μπορούσε να προσφέρει δυνητικά στον οργανισμό μας. Κι όχι μόνο αυτό. Προκαλεί επιζήμιες βλάβες στον οργανισμό. Η νηστεία αποδεικνύεται εν τέλει ωφέλιμη για την υγεία υπό την προϋπόθεση να καταναλώνονται αυξημένες ποσότητες φυτικών ινών, λαχανικών, φρούτων, μονοακόρεστων και πολυακόρεστων λιπαρών οξέων και μόνο.
Αυτό που συνηθίζεται, βέβαια, από όσους νηστεύουν είναι η λήψη υπερβολικών ποσοτήτων υδατανθράκων. Γι’ αυτό και η νηστεία δεν ενδείκνυται για ασθενείς με Σακχαρώδη Διαβήτη. Η αποχή από τα τρόφιμα ζωικής προέλευσης ωθούν τα άτομα να περιλαμβάνουν ολοένα και συχνότερα στην καθημερινή τους διατροφή μακαρόνια, ρύζι, τηγανιτές πατάτες και γλυκά, προκειμένου να εξασφαλίσουν το αίσθημα της ηδονής, μέσα από άλλες κατηγορίες τροφίμων, εφόσον δεν επιτρέπεται η κατανάλωση κρέατος.
Οι μεγάλες ποσότητες υδατανθράκων εγκυμονούν πολλούς κινδύνους για την υγεία. Οδηγούν σε απότομη αύξηση των επιπέδων του σακχάρου στο αίμα και διαταράσσουν την ισορροπία των ορμονών της λεπτίνης και την ινσουλίνης. Η λεπτίνη είναι μία ορμόνη που παράγεται από τα λιποκύτταρα και μεταφέρεται στον υποθάλαμο του εγκεφάλου όπου δίνει την πληροφορία για το αίσθημα του κορεσμού, ενώ ταυτόχρονα συμβάλλει στην καύση του λίπους. Η περιορισμένη κατανάλωση λιπαρών στη νηστεία συνεπάγεται ελαττωμένη παραγωγή λεπτίνης, άρα και του κατάλληλου σήματος στον εγκέφαλο, άρα και πιο μειωμένου μεταβολισμού.
Από την άλλη, μία πλούσια σε σάκχαρα διατροφή προκαλεί αντίσταση στην ινσουλίνη και δυσχέρειες στην καύση του λιπώδους ιστού. Όσο υψηλότερα είναι τα επίπεδα ινσουλίνης, τόσο περιορίζονται οι καύσεις του λίπους, όσο κι αν μειώσουμε την ποσότητα των θερμίδων, ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται έτι περισσότερο η όρεξη μας για φαγητό.
Επιπρόσθετα, οι τροφές των οποίων η κατανάλωση συνηθίζεται την περίοδο της νηστείας, λόγου χάρη ο αρακάς, τα όσπρια, οι ξηροί καρποί και τα θαλασσινά, είναι αρκετά πλούσιες σε πουρίνες, ουσίες που αυξάνουν το ουρικό οξύ. Επομένως, η νηστεία δεν ενδείκνυται για άτομα που έχουν υψηλές τιμές ουρικού οξέος.
Επιπλέον, μην ξεχνάμε ότι τα τρόφιμα που δε συμπεριλαμβάνονται στο καθημερινό διαιτολόγιο της νηστείας αποτελούν μεταξύ άλλων βασικές πηγές σιδήρου και ασβεστίου. Ο αποκλεισμός του κρέατος κατά τη χρονική φάση της νηστείας περιορίζει σημαντικά την πρόσληψη σιδήρου και, συνεπώς, δεν προτείνεται για άτομα με σιδηροπενική αναιμία. Ταυτόχρονα, η νηστεία δεν προάγει την υγεία των ασθενών με οστεοπόρωση. Οι γυναίκες, κατά τη διάρκεια της κύησης, επίσης, έχουν αυξημένες ανάγκες σε πολύτιμα θρεπτικά συστατικά, των οποίων η έλλειψη είναι αρκετά πιθανή στην περίοδο της νηστείας.
Πέραν αυτών, τα όσπρια και τα λαδερά, τροφές που εμφανίζουν μεγάλη απήχηση κατά τη νηστεία, μπορεί να βλάψουν την υγεία μας, αν καταναλώνονται σε υπερβολικές ποσότητες και με πολύ λάδι, το οποίο αυξάνει τον αριθμό των θερμίδων. Χρειάζεται, επομένως, να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στις μερίδες και στον τρόπο μαγειρέματος.
Η Μοριακή Θεραπευτική Διατροφή ως αρωγός για τη νηστεία
Η νηστεία επιτείνει το αίσθημα της εγκράτειας και της «κάθαρσης» του οργανισμού. Παρόλα αυτά, η ένταξη στην καθημερινή διατροφή αυξημένων ποσοτήτων υδατανθράκων κατά την περίοδο της νηστείας μπορεί να προκαλέσει διαταραχές στην ισορροπία των ορμονών. Η διατροφή στη νηστεία, προκειμένου να έχει αξία, απαιτεί ένα καθημερινό πρόγραμμα διατροφής που χρειάζεται να ακολουθηθεί με τους κατάλληλους συνδυασμούς, προκειμένου να είναι ισορροπημένη και να παρέχονται σε επαρκείς ποσότητες όλες οι βιταμίνες και τα πολύτιμα θρεπτικά συστατικά για τον οργανισμό μας.
Γι’ αυτό το λόγο, ένα πρόγραμμα θεραπευτικής Μοριακής διατροφής, υπό την επίβλεψη γιατρού, αποτελεί την καλύτερη δυνατή λύση, καθώς επιτρέπει την εξατομίκευση. Ειδικότερα, σε άτομα με υποκείμενα νοσήματα που επιθυμούν να νηστέψουν η Μοριακή διατροφή κρίνεται επιβεβλημένη, διότι προσαρμόζεται με βάση τις ανάγκες του ασθενούς. Οι πάσχοντες από υποκείμενα νοσήματα και οι έγκυες δεν αποκλείονται από τη νηστεία. Εντούτοις, κρίνεται επιτακτική και αναγκαία προϋπόθεση η ορθή και προσεκτική διαμόρφωση ενός κατάλληλου ημερήσιου πλάνου διατροφής από κάποιον εξειδικευμένο ιατρό, με σκοπό το σωστό καταμερισμό όλων των πολύτιμων συστατικών που χρειάζεται ο ανθρώπινος οργανισμός για την εύρυθμη λειτουργία του.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, μπορεί, πλέον, να ρυθμιστεί η ορμονική ισορροπία, να κατοχυρωθεί η προστασία του κυττάρου από τυχόν φλεγμονές ή οξείδωση και κινητοποιηθούν οι σωστές μεταβολικές οδοί. Και το κυριότερο όλων είναι ότι με την κατάλληλη θεραπευτική διατροφή, υπό την καθοδήγηση γιατρού, μπορούμε να τρώμε νόστιμα φαγητά χορταίνοντας και να χάνουμε σωματικό λίπος με ταυτόχρονη διαφύλαξη των πολύτιμων δομών του σώματος μας και με παράλληλη βελτίωση όλων των βιολογικών παραμέτρων του κυττάρου, ακόμη και κατά την περίοδο της νηστείας.
Διαβάστε επίσης
Θωρακίστε τον οργανισμό σας άμεσα
Διαλείπουσα Νηστεία (Intermittent Fasting) – Όσα πρέπει να γνωρίζετε
Ο φαύλος κύκλος της Παχυσαρκίας
Πηγές – Βιβλιογραφία
- “Lowering High TRIGLYCERIDES and Raising HDL Naturally – Full of Health Inc”. Reducetriglycerides.com.
- Fond, G; MacGregor, A; Leboyer, M; Michalsen, A (2013). “Fasting in mood disorders: Neurobiology and effectiveness. A review of the literature”. Psychiatry Research. 209 (3): 253–8.
- Anton, Stephen D; Moehl, Keelin; Donahoo, William T; Marosi, Krisztina; Lee, Stephanie A; Mainous, Arch G; Leeuwenburgh, Christiaan; Mattson, Mark P (2017). “Flipping the Metabolic Switch: Understanding and Applying the Health Benefits of Fasting”. Obesity. 26 (2): 254–268.
- Moore, Jimmy; Fung, Jason (2016). The Complete Guide to Fasting: Heal Your Body Through Intermittent, Alternate-Day, and Extended Fasting. Simon and Schuster. p. 232.
- McCue, Marshall D. (2012). Comparative Physiology of Fasting, Starvation, and Food Limitation. Springer Science & Business Media. p. 15.
- Johnstone, A (May 2015). “Fasting for weight loss: an effective strategy or latest dieting trend?”. International Journal of Obesity (Review). 39 (5): 727–33.
- Hatch EE, et al., Association of urinary phthalate metabolite concentrations with a body mass index and waist circumference: a cross-sectional study of NHANES data, 1999-2002, Environ Health 7:27, 2008.
- Clark K, et al, Observed concentrations in the environment. In: The Handbook of Environmental Chemistry. Vol 3, Part Q. Phthalate Ester (Staples CA, ed). New York: Springer, 125-177, 2003.
- Feige JN, et al, The pollutant diethylhexyl phthalate regulates hepatic energy metabolism via species-specific PPARa-dependent mechanisms, Environ Health Persp, 118; 2:234-41, Feb 2010
- Jaakkola JJK, et al, The role of exposure to phthalates from polyvinyl chloride products in the development of asthma and allergies: A systematic review and meta-analysis, Environ Health Perspect 116:845-53, 2008
Αφήστε μια απάντηση